Το 4ο τεύχος του ηλεκτρονικού περιοδικού «Συστημική Σκέψη & Ψυχοθεραπεία» θα μπορούσε να έχει τον γενικό τίτλο «Συνεξέλιξη». Όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης πρόκειται για συνεξέλιξη ανθρώπων σε σχέση, θεωρητικών προσεγγίσεων, αξιών.
Ο Hυgh Jenkins εμβαθύνει σε μια σπουδαία διάσταση της ζωής και της θεραπείας, στον χρόνο, από μια ψυχολογική, αλλά και φιλοσοφική και ανθρωπολογική σκοπιά. Προσεγγίζει τη σχετικότητα και την αυθαιρεσία τόσο στον ορισμό της έννοιας του χρόνου όσο και στον βιωματικό του χαρακτήρα. Εξετάζει τα είδη του χρόνου στο τελετουργικό, στο οποίο περιλαμβάνεται και η θεραπεία, και την αντίληψή του ως κυκλικού χρόνου σε κοινωνίες όπως το Μπαλί, που αποτελεί πρόκληση για τα χρονικά μοντέλα της Δύσης. Θα μπορούσε κανείς να πει πως αυτό ισχύει πολύ περισσότερο στις σημερινές συνθήκες, όπου ο χρόνος μοιάζει ασταθής και αιωρούμενος, κινούμενος ανάμεσα σε μια ρηχή γραμμικότητα και σε θυελλώδεις στροβίλους.
Ο Σοφοκλής με τον «Φιλοκτήτη» αναδεικνύεται, από την Κατερίνα Θεοδωράκη , στον πρώτο πιθανόν συστημικό θεραπευτή στην ιστορία, καθώς ξεδιπλώνει μια θεραπευτική διεργασία συν-θεραπείας, όπου «θεραπευτής» και «θεραπευόμενος» εναλλάσσονται σε αυτούς τους ρόλους. Μια διαδικασία δύσκολη και επώδυνη αλλά που μπορεί να οδηγήσει στην αλλαγή, εφόσον εγκαταλειφθεί το μίσος και η εξαπάτηση και πάρει τη θέση τους η ειλικρίνεια και η εμπιστοσύνη.
Ο Jacques Pluymaekers περιγράφει μια σύγχρονη ολοκληρωτική ιδρυματική, και ίσως ευρύτερα κοινωνική, πραγματικότητα: την έλλειψη ενός χώρου-ανήκειν που οδηγεί ανθρώπους σε αποπροσωποποίηση, αφού το να έχει κάποιος ένα δικό του μέρος (όπως ένα κρεβάτι) ως «καταφύγιο», ακόμα και ψυχικό, αποτελεί την ελάχιστη προϋπόθεση για την αναγνώριση της αξιοπρέπειάς του ως ανθρώπινης ύπαρξης.
Η αναφορά της Κίας Θανοπούλου στο πένθος, σε ένα θέμα που ποτέ δεν παύει να έχει αξία κατανόησης και αξιοποίησης στη θεραπεία, έχει μια γενικότερη σημασία σε μια εποχή που η απώλεια έχει γίνει καθημερινό βίωμα. Και καθώς η σχέση του δυτικού ανθρώπου με τον θάνατο και τον αποχωρισμό αποτελεί ένα ιδιαίτερα τρομακτικό θέμα, φαίνεται να περιβάλλεται από σιωπή και άρνηση: «ο θάνατος είναι μια υπόθεση των άλλων, όχι δική μου». Αλλά μέσα από την επεξεργασία του πένθους σταδιακά μπορεί κανείς να συνομιλήσει πιο εσωτερικά με τον εαυτό του, να στοχαστεί για την ίδια τη ζωή, να αναζητήσει νοήματα και να επανεξετάσει προταιρεότητες και στόχους για τη συνέχισή της.
Ο Δημήτρης Μαγριπλής αναφερόμενος στον αυξανόμενο αριθμό εφήβων μεταναστών που προσέρχονται στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας για ψυχολογική βοήθεια, συχνά με σοβαρά συμπτώματα, επισημαίνει τη σημασία των πολιτισμικά ενημερωμένων θεραπειών. Εστιάζει στο πώς οι ψυχοπιεστικοί παράγοντες που συνδέονται με τις συνθήκες της μετανάστευσης, τις διαδικασίες ενσωμάτωσης, τις συγκρούσεις αξιών, την αίσθηση του ανήκειν στην κοινότητα και τις διακρίσεις, μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα με πολιτισμικά ενημερωμένες θεραπείες.
Στο άρθρο τους οι Εύα Ευαγγελοπούλου και Μαρία Καραντώνη, εξετάζοντας συνηχήσεις μεταξύ αναλυτικού και συστημικού πεδίου, προτείνουν στον συστημικό θεραπευτή να γνωρίσει και να αξιοποιήσει ιδέες της ψυχανάλυσης, ώστε να μπορεί να εργαστεί ταυτόχρονα στο διαπροσωπικό επίπεδο όσο και στο ενδοψυχικό. Μέσα από κλινικές βινιέτες παρουσιάζεται το πώς οι επιστημολογίες της ενδο-ατομικής εμπειρίας και της «σχέσης» ενισχύουν τις διαπροσωπικές παρεμβάσεις, και πολύ συχνά είναι ο δρόμος που οδηγεί στην αλλαγή.
Ενδιαφέρον έχει πώς το ίδιο, αλλά από από μια «αντίθετη φορά», προτείνει και η Mary-Joan Gerson στο βιβλίο της «The Embedded Self» που παρουσιάζει ο Δημήτρης Κόκκαλης. Με βιωματικό τρόπο η συγγραφέας εξηγεί τους λόγους για τους οποίους μια ψυχαναλύτρια προτείνει στους συναδέλφους της να εξοικειωθούν με τη συστημική σκέψη: «Πάντα έδινα σηµασία στις “εξωτερικές συνθήκες” (στο πλαίσιο δηλαδή) και η Νεα Υόρκη ήταν ένα µέρος όπου ήταν αδύνατον να αγνοήσεις τις διαφορετικές κουλτούρες γύρω σου. Εκτός, λοιπόν, από την γοητεία που µου ασκούσε η ψυχανάλυση, πάντα διατηρούσα την ανάγκη να δω τα πράγµατα µε έναν ευρυγώνιο φακό πέραν του φακού που εστιάζει στην εσωτερικότητα και τον συµβολισµό».
Θεωρούμε ότι οι προβληματισμοί αυτοί αγγίζουν, για παρόμοιους ή και διαφορετικούς λόγους, και τους Έλληνες αναγνώστες ή τους αναγνώστες των Ελλήνων συγγραφέων των άρθρων του περιοδικού μας.
Από τη Συντακτική Επιτροπή