Δημήτρης Μαγριπλής, Ψυχίατρος Παιδιών και Εφήβων, Συστημικός Ψυχοθεραπευτής Ζεύγους και Οικογένειας
Παναγιώτα Γεωργόνη, Κοινωνική Λειτουργός, Μsc, Κ.Ψ.Υ. Αγίας Παρασκευής – Χαλανδρίου
Περίληψη
Στο πλαίσιο των αλλεπάλληλων κρίσεων της ελληνικής κοινωνίας, η οικογένεια δοκιμάζεται, ολοένα και περισσότερο και οι δημόσιες υπηρεσίες ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων καλούνται να προσφέρουν θεραπευτικό έργο. Δεδομένων των προβλημάτων υποστελέχωσης και υποχρηματοδότησης, ελλείψει ικανού αριθμού ιατρείων οικογένειας, η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση υπό το πρίσμα της συστημικής οπτικής μοιάζει μια αρκετά καλή εναλλακτική λύση. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αξιοποίηση συνεργειών, η δικτύωση των πλαισίων και η ενίσχυση του θεσμού «του κοινωνικού κράτους».
Ο 21ος αιώνας θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αιώνας κρίσεων. Κρίσεις όπως: η οικονομική, η υγειονομική, η ενεργειακή, η κλιματική, η πληθωριστική κ.λπ.
Οι επιπτώσεις των κρίσεων σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο είναι ποικίλες, όπως: η ανασφάλεια, οι αλλαγές στο οικογενειακό εισόδημα, οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, η κοινωνική απόσυρση ή αποστασιοποίηση, η εσωστρέφεια, οι αλλαγές στις ενδοοικογενειακές σχέσεις, η αναδιοργάνωση της καθημερινότητας και της επικοινωνίας με τους άλλους, η «τηλεζωή» και το ψυχικό τραύμα.
Η διάρκεια και το συνεχές των διαδοχικών κρίσεων δημιουργεί, μέσα από ατομικές και συλλογικές φαντασιώσεις, τους φόβους του αφανισμού και του θανάτου, γεννά διωκτικό άγχος, προκαλεί «σχεσιακή αλλοίωση» στις κοινωνικές ομάδες αλλά και σε κάποιες περιπτώσεις, παρανοϊκή επεξεργασία της απειλής.
Η οικογένεια, ως ενδιάμεσο σύστημα μεταξύ του ατόμου και της κοινότητας, απορροφά κραδασμούς κατά την περίοδο «κρίσεων». Οι οικογενειακές σχέσεις κάτω από συνεχείς κρίσεις τροποποιούνται σε επίπεδο επικοινωνίας, συμπεριφορών, έκφρασης συναισθημάτων και πεποιθήσεων. Μεταβλητές ή χαρακτηριστικά του οικογενειακού συστήματος που παίζουν σημαντικό ρόλο στον οικογενειακό αστερισμό και που επηρεάζονται είναι: Η δομή της οικογένειας, ο κύκλος ζωής, κοινωνικοοικονομική κατάσταση, η κατάσταση υγείας των μελών της, οι προηγηθείσες εμπειρίες κ.α. Παράλληλα, διαμορφώνονται με διαφορετικό τρόπο συνθήκες ανατροφής, διαπαιδαγώγησης και καθημερινής δραστηριότητας, κυρίως σε οικογένειες με μικρά παιδιά που είναι πιο ευάλωτες. Σε οικογένειες με εφήβους και νέους τα πράγματα «δυσκολεύουν περισσότερο», αφενός, μεν, γιατί η αντίληψη του κινδύνου σε αυτές τις ηλικιακές ομάδες είναι διαφορετική από ό,τι στους ενήλικες και, αφ’ ετέρου, διότι η ποθητή ελευθερία για αυτοδιαχείριση «εξαϋλώνεται».
Από την εμπειρία του παιδοψυχιατρικού τμήματος του Κ.Ψ.Υ. Χαλανδρίου – Αγ. Παρασκευής παρατηρείται διαρκής αύξηση των αιτημάτων αξιολόγησης με την κάτωθι συμπτωματολογία:
- Αγχώδεις Διαταραχές (γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, κρίσεις πανικού, άγχος αποχωρισμού κ.λπ.)
- Συναισθηματικές Διαταραχές με ή χωρίς αυτοκαταστροφική συμπεριφορά (κατάθλιψη, δυσθυμία κ.λπ.)
- Αυτοτραυματική και διαλείπουσα εκρηκτική συμπεριφορά
- Επιθετικότητα και διασπαστική συμπεριφορά εντός οικογενειακού και σχολικού πλαισίου
- Σχολική άρνηση και δυσπροσαρμοστικότητα στο σχολικό πλαίσιο
- Δυσκολίες στην κοινωνική επανένταξη (απόσυρση- απομόνωση κ.λπ.)
- Εθισμός στο διαδίκτυο
- Χρήση ουσιών
- Δυσκολία στα αναπτυξιακά επιτεύγματα της εφηβείας
Σύμφωνα με το συστημικό οικογενειακό μοντέλο, αυτά τα συμπτώματα συμβολοποιούν μια δυσπροσαρμοστική συμπεριφορά-απάντηση της οικογένειας που βρίσκεται σε κρίση.
Ενδεικτικά αναφέρεται η περίπτωση οικογένειας που απευθύνθηκε στην υπηρεσία με αίτημα αξιολόγησης και θεραπείας της 15χρονης Χ.
Η οικογένεια αποτελείτο από 4 μέλη:
-
Τον πατέρα, 51 ετών, ελεύθερο επαγγελματία (ο οποίος έχει κλείσει κερδοφόρα εταιρεία από το 2012 και αντιμετωπίζει δυσκολίες μέχρι σήμερα, με θέματα υγείας, ζαχαρώδης διαβήτης, πίεση, έλκος στομάχου).
-
Τη μητέρα, 48 ετών, με πρόσφατη απόλυση από εργασία και θέματα υγείας (Ca μαστού και πνεύμονα).
-
Την κόρη Χ., 15 ετών, μαθήτρια γυμνασίου, αθλήτρια με πολύ καλές επιδόσεις και διαγνωσμένη με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και γενικευμένη αγχώδη διαταραχή.
-
Τον γιο, 7 ετών, μαθητή δημοτικού.
Η οικογένεια έχει ήδη λάβει βοήθεια από άλλα υποστηρικτικά πλαίσια όπως: Το ΚΕΔΑΣΥ για τις μαθησιακές δυσκολίες της Χ, το Σισμανόγλειο με θεραπευτικές συναντήσεις επί ένα έτος σχετικά για θέματα σχολικού εκφοβισμού της Χ και από το Δημοτικό- Κοινοτικό Ιατρείο του Δήμου κατοικίας τους.
Επιπλέον, βασική εφεδρεία της οικογένειας παραμένει η πατρική γιαγιά, η οποία πρόσφατα επέστρεψε στην εστία της μετά από φιλοξενία 1,5 έτους, λόγω των προβλημάτων υγείας της μητέρας.
Η Χ σύμφωνα με τους γονείς της εμφάνισε ακραία συμπεριφορά, επιθετικότητα στα μέλη της οικογένειας, κυρίως στον πατέρα, και άρχισε να αυτοτραυματίζεται. Παράλληλα, οι γονείς διάβασαν κάποια μηνύματα στο κινητό της, σύμφωνα με τα οποία αυτοπροσδιοριζόταν ως ομοφυλόφιλη και συνάμα δήλωνε την πρόθεσή της να τερματίσει τη ζωή της. Επιπλέον, διέκριναν υπερβολική ζήλεια για τον αδελφό της.
Οι δυσκολίες της οικογένειας ξεκίνησαν και κορυφώθηκαν σε συνθήκες κρίσεων της ελληνικής κοινωνίας. Η οικογένεια ήρθε στο τέλος οικονομικής κρίσης, από την οποία επλήγη η εταιρεία του πατέρα και ακόμα δεν έχει ανακάμψει, και στην αρχή της υγειονομικής κρίσης σε συνθήκη εγκλεισμού λόγω της πανδημίας Covid 19. Επιπρόσθετα, η οικογένεια επηρεάστηκε αρνητικά από την πρόσφατη απόλυση της μητέρας και το εχθρικό περιβάλλον που είχε διαμορφωθεί στο σχολείο της Χ.
Πραγματοποιήθηκε αξιολόγηση και το θεραπευτικό σχήμα που ακολουθήθηκε ήταν: α) Ατομική ψυχοθεραπεία της Χ για τη μείωση της συμπτωματολογίας και τη διαχείριση συμπεριφορών (που παραπέμπουν σε προσωρινή διάγνωση μεθοριακής διαταραχής προσωπικότητας) καθώς και θεμάτων που σχετίζονται με την αναπτυξιακή φάση που βρίσκεται και β) Οικογενειακή ψυχοθεραπεία (συστημικού τύπου) για τη διευκόλυνση αλλαγών στο περιβάλλον, μέσω παρατήρησης της «αλληλεπιδραστικής σχέσης» των μελών και τη στοχευμένη θεραπευτική παρέμβαση.
Τα θέματα που αναδύθηκαν κατά τη διάρκεια της συνεργασίας ήταν: Το καταθλιπτικό συναίσθημα του πατέρα, η ενοχή και αυτομομφή, λόγω της βίαιης ανατροπής του προηγούμενου της οικονομικής κρίσης μοντέλου ζωής, η αποστασιοποίηση και αποδυνάμωση της μητέρας από τον μητρικό και συζυγικό της ρόλο μετά την περιπέτεια υγείας της, οι συμμαχία του πατέρα με την κόρη και της μάνας με τον γιο, η στρέβλωση των ρόλων (δηλ. ο πατέρας έγινε μάνα και η κόρη σύζυγος), τα προβλήματα του ζεύγους (δηλαδή αν και επιφανειακά ήταν αλληλοσυμπληρούμενο ζευγάρι, ουσιαστικά ήταν ανταγωνιστικό), θέματα εγγύτητας, απόστασης, αρρύθμιστης σχέσης, επικοινωνίας (διπλά μηνύματα) και συναισθηματικής έκφρασης, η απουσία ή η κατάργηση των ορίων, ζητήματα γονικού δεσμού και, τέλος, ο εξισορροπητικός και συνάμα υπονομευτικός ρόλος της γιαγιάς (με το δίπολο: η απόλυτα καλή γιαγιά που δεν χαλάει χατίρι και η απόλυτα κακιά μαμά, η μαμά “όχι”).
Οι παρεμβάσεις που έγιναν στόχευσαν στην:
- Ενίσχυση του πατρικού ρόλου (δηλ. να βγει έξω σε αναζήτηση εργασίας και να βάλει όρια).
- Ενίσχυση μητέρας στον μητρικό ρόλο (attachment), στην ενδυνάμωση και στην ανάληψη ευθυνών.
- Επικαιροποίηση κανόνων/ορίων.
- Ενδυνάμωση γονικής συμμαχίας και αποφασιστικότητας
- Διευκόλυνση της συναισθηματικής έκφρασης των μελών της οικογένειας και ανάγνωση των τραυματικών εμπειριών ως μάχες που οδηγούν στην ανθεκτικότητα.
- Τροποποίηση του αφηγήματος της κακοτυχίας, της γκαντεμιάς και της μεμψιμοιρίας.
Τελικά, η οικογένεια κατάφερε να προχωρήσει σε αλλαγές όπως οι κάτωθι:
-
Ο πατέρας προχώρησε σε νέο επαγγελματικό εγχείρημα και παρόλο που δεν πήγε καλά (λόγω της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου της Ουκρανίας με τα οποία σχετίζεται η εργασία του) δήλωσε ότι νιώθει πιο δυνατός να πέσει και να ξανασηκωθεί, όσες φορές χρειαστεί.
-
Η μητέρα έκανε άνοιγμα προς τα παιδιά, ανέλαβε ευθύνες (ανακουφίζοντας τον σύζυγό της) και κατανόησε ότι υπήρξε κακοποιητική μητέρα, επαναλαμβάνοντας το μοντέλο της δικής της μητέρας.
-
Η Χ αναγνώρισε ότι οι γονείς την αγαπούν, ακόμα και όταν της βάζουν όρια και βγήκε από την οπτική του «άσπρο – μαύρο». Στράφηκε προς τους συνομηλίκους, βλέποντας λιγότερο εχθρικό το εξωτερικό περιβάλλον.
-
Ένιωθαν όλοι πιο δυνατοί για να αντιμετωπίσουν όποια δυσκολία προκύψει.
-
Ενισχύθηκε η ανθεκτικότητα (resilience) των μελών της οικογένειας.
Σε άμεση συσχέτιση με τις οικογένειες σε κρίση, σε συνθήκες αλλεπάλληλων κοινωνικών κρίσεων, αναδύονται και θέματα υπηρεσιών, θεραπευτικών πλαισίων και θεσμών. Ακολουθώντας τη συστημική οπτική, τα Κέντρα Ψυχικής Υγείας, ως η πλησιέστερη στον πολίτη δημόσια υπηρεσία ψυχικής υγείας, είναι αναγκαίο να λάβουν ενεργό ρόλο στη δημιουργία δικτύων στις πόλεις, με στόχο την ενίσχυση συνεργιών και τη θέσπιση πρωτοκόλλων συνεργασίας με όλες τις υπάρχουσες υπηρεσίες της κοινότητας, (όπως σχολεία, ΚΕΔΑΣΥ, κοινωνικές υπηρεσίες ή πολυιατρεία δήμων, δομές ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, Κέντρα Υγείας, κλινικές κ.λπ.) με απώτερο στόχο τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών ψυχικής υγείας.
Αναφορικά με τα θεραπευτικά πλαίσια, υπάρχει επιτακτική ανάγκη ενσωμάτωσης ιατρείων οικογένειας στα κοινοτικά Κέντρα Ψυχικής Υγείας για την καλύτερη ανταπόκριση σε αιτήματα, με ένδειξη συστημικού τύπου παρεμβάσεις. Βασική προϋπόθεση για την ορθή λειτουργία τους είναι η «αμφίδρομη εξελικτική ανατροφοδότηση» ανάμεσα στις διάφορες δομές (ΓΝΑ, ΚΨΥ, παιδοψυχιατρική υπηρεσία και ιατρείο οικογένειας) και η διαδραστική συναλλαγή του θεραπευτικού συστήματος με τα υπόλοιπα συστήματα, μέσα και έξω από τον φορέα.
Ένα ιατρείο οικογένειας σε δημόσιο φορέα, για να λειτουργήσει ορθά, απαιτεί συγκεκριμένες προδιαγραφές όπως: Την καταγραφή και εκτίμηση αναγκών, τη χωροταξική και υλικοτεχνική υποδομή, τη στελέχωση, την ειδική εκπαίδευση και την εποπτεία.
Όμως, πολλές φορές εμπόδια όπως η υποχρηματοδότηση και η υποστελέχωση των υπηρεσιών δημόσιας ψυχικής υγείας και οι κοινωνικοί προσδιοριστές (ανεργία, φτώχεια), καθώς και ζητήματα πρόσβασης και χρόνου (δυσκολίες πρόσβασης για τους πολίτες των πιο απομακρυσμένων δήμων του τομέα ή η έλλειψη δυνατότητας διάθεσης απογευματινών χρόνων ή μακροχρόνιων θεραπειών) είναι καθοριστικά για τη λήψη βοήθειας αλλά και την αποτελεσματικότητα των τυχόν ψυχοθεραπευτικών παρεμβάσεων.
Βασικά εφόδια των ανθρώπων που εργάζονται σε χώρους ψυχικής υγείας είναι το όραμα και η προσπάθεια για νέες πρωτοβουλίες, καθώς και διάθεση συνεργασίας και αξιοποίησης κάθε διαθέσιμου πόρου, όπως ή αξιοποίηση συστημάτων πλαισίου (π.χ. η διεπιστημονική ομάδα, όταν χρειάζεται, προχωρά σε περαιτέρω αξιολόγηση παιδιού ή το ψυχιατρικό τμήμα ενηλίκων δύναται να συνδράμει με ψυχιατρική εκτίμηση ενήλικα) ή και η δημιουργία δικτύων στην κοινότητα, με απώτερο στόχο τη βελτιστοποίηση των παρεχόμενων υπηρεσιών ψυχικής υγείας .
Η ψυχική υγεία είναι σε άμεση συνάρτηση με τη σωματική υγεία και τις συνθήκες ζωής των ατόμων ως προς την κάλυψη βασικών βιοτικών αναγκών. Σύμφωνα με έρευνες, οι αλλεπάλληλες κρίσεις έχουν διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες και την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας. Το κράτος μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο:
-
Δείχνοντας το κοινωνικό του πρόσωπο και καλύπτοντας βασικές ανάγκες (σχετικές με τη φτώχεια, την ανεργία, τη στέγαση) του γενικού πληθυσμού, αλλά και των πιο ευάλωτων ομάδων.
-
Επενδύοντας κονδύλια στον τομέα της δημόσιας υγείας (ανθρώπινους και υλικούς πόρους).
-
Μέσα από τη χάραξη κοινωνικής πολιτικής και τον σχεδιασμό κοινωνικών προγραμμάτων (π.χ. πρόγραμμα «πρόληψης ψυχικής υγείας» ενταγμένο στα αναλυτικά προγράμματα δράσεων και μαθημάτων των σχολείων ή «έγκαιρης παρέμβασης στην κρίση»).
-
Ενισχύοντας δράσεις και δημιουργώντας νέες δομές, προσανατολισμένες σε κοινοτικές ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις.
Η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους από τη μεριά της πολιτείας και η διαμορφούμενη αντίληψη για τις συνέργειες και τη δημιουργία δικτύων με κοινοτικό προσανατολισμό είναι οι δυο βασικοί πυλώνες της βελτίωσης των παρεχόμενων υπηρεσιών ψυχικής υγείας, σε μια εποχή που οι κρίσεις, πλέον, αποτελούν τον κανόνα και όχι την εξαίρεση.