Ε.Ε.Σ.ΣΚΕ.Ψ.Ο. - Επιστημονική Εταιρεία Επαγγελματιών Ψυχικής Υγείας

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΕΤΡΟΥ ΣΠΑΡΑΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΛΥΚΕΙΑΣ ΧΩΡΑΣ ΠΕΝΘΟΣ: ΑΤΟΜΟ–ΚΟΙΝΩΝΙΑ–ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΜΟΣ

  • Κάτια ΧαραλαμπάκηΨυχίατρος –Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια

 Παρουσιάζει η Κάτια Χαραλαμπάκη, Ψυχίατρος, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια

Το παρόν βιβλίο είναι έργο του Κύπριου Μιχάλη Πέτρου, Κλινικού Ψυχολόγου, Κοινωνικού Ανθρωπολόγου, διδάκτορα Κλινικής Ψυχολογίας και Ψυχοπαθολογίας του Πανεπιστημίου Lumiere-Lyon 2, Ψυχαναλυτή. Ο ίδιος ο τίτλος του εξωφύλλου δημιουργεί στον μέλλοντα αναγνώστη έντονα συναισθήματα, αλλά και επιθυμία να εισχωρήσει και να μοιραστεί με τον εσωτερικό εαυτό του, όπως και με άλλους, το πόνημα του συγγραφέα. Υπάρχει ένα απέραντο πλήθος εννοιών -ψυχολογικών αλλά και κοινωνικών, ιστορικών, πολιτικών- που δίνουν έναν σημαντικό πλούτο στο αντικείμενο ανάγνωσης, με κύριο χαρακτηριστικό τις έννοιες του πένθους και το ζήτημα των αγνοουμένων της Κύπρου, κυρίως ως απόρροια της τουρκικής εισβολής του 1974.   

Ένα παράδειγμα είναι η αναφορά στο «Εγώ» και τον «άλλο», στο υποκείμενο και τη διυποκειμενικότητα… Αποδίδεται στο υποκείμενο η μοναδικότητα, χωρίς, ωστόσο, το άτομο να υποχρεούται να χάσει την κοινωνικότητα ή την ιστορικότητά του. Έτσι, γίνεται εργασία πάνω στις διασυνδέσεις και στα σημεία διεπαφής μεταξύ υποκειμένου και συνόλων. Το περιβάλλον συμβάλλει στις διαδικασίες συμβολοποίησης, ψυχικοποίησης, ιστορικοποίησης όπως και στις αντίθετες: από-συμβολοποίηση κ.λπ.  Ο άνθρωπος δεν υπάρχει παρά στη σχέση του με τον άλλον…

Η συμβολοποίηση αποτελεί την πνευματική δυνατότητα δημιουργίας και ανάπτυξης αναπαραστάσεων. Στα κείμενα του βιβλίου υπάρχουν αναλυτικές αναφορές στη Συμβολοποίηση, Ψυχικοποίηση, Υποκειμενοποίηση, Ιστορικοποίηση (καθώς και ο Freud αγάπησε την οικουμενικότητα της επιστήμης), όπως και στη συμβολή της Ανθρωπολογίας στην κατανόηση των ταφικών εθίμων και του πένθους.

Στη διαδικασία του πένθους είναι αναγκαία η κοινοτική ένταξη της οδύνης και της ανάκλησής της πάνω σε κοινωνικούς λόγους και πρακτικές που προσφέρει ο πολιτισμός. Μέσα από ενδοψυχικούς αλλά και διυποκειμενικούς δεσμούς μπορεί να αντληθεί νόημα και σθένος, με στόχο την υπέρβαση της απώλειας. Στην Κύπρο, ο θρήνος των αγνοουμένων κατέστη επιπλέον πολιτική υπόθεση. Και είναι σημαντική η αναφορά στις έννοιες «επανάληψη τραυμάτων» και «ψυχαναγκασμός της επανάληψης».

Η ψυχική πραγματικότητα δεν αναπτύσσεται αποκλειστικά μέσα στο ψυχικό όργανο του ατομικού υποκειμένου, αλλά και στον χώρο του δεσμού και στον χώρο της ομάδας (έννοιες πλουραλισμού και πολυτοπίας)… ΑΛΛΑ! Στον Δυτικό πολιτισμό το πολιτισμικό περιβάλλον μοιάζει απρόθυμο να φιλοξενήσει ατομική και κοινωνική οδύνη. Κι έτσι, ο Δυτικός άνθρωπος ζει σε σολιψιστική τυραννική αυτάρκεια και βιώνει μοναξιά, κοινωνική ανωνυμία, πολιτισμικό αποπροσανατολισμό…

Πρώτο συμπέρασμα του συγγραφέα: Η ψυχική οργάνωση, η δομή, οι διεργασίες και κυρίως οι οδύνες ενός ατόμου δεν μπορούν να κατανοηθούν και να στηριχθούν ικανοποιητικά, παρά μόνο αν συσχετισθούν με τις ψυχικές διαδικασίες των άλλων και τα πλαίσια μέσα στα οποία εγγράφονται, δηλαδή τα συγκροτούμενα ενός πολύ-υποκειμενικού συνόλου…

Και, ερχόμαστε, τώρα, στα «σπαράγματα της γλυκείας χώρας», Κύπρου: στις έννοιες  «θάνατος», «απώλεια», «πένθος», «αγνοούμενοι» κ.λπ.

Και, κατ’ αρχήν, ο συγγραφέας αναρωτιέται: Γιατί ανέκαθεν η Κύπρος αποτελεί μήλο της έριδας για τους γείτονές της; Είναι επειδή από τη θάλασσά της αναδύθηκε η θεά του έρωτα (Αφροδίτη) ή εξαιτίας της γεωπολιτικής της θέσης, δηλαδή είναι ένα από τα σημαντικότερα σταυροδρόμια μεταξύ Ανατολής και Δύσης, κέντρο σημαντικών εμπορικών συναλλαγών και έχει αφομοιώσει σημαντικούς αρχαίους πολιτισμούς; Στη συνέχεια ο Μιχάλης Πέτρου κάνει μια αναλυτικο-συνοπτική περιγραφή της ιστορίας της Κύπρου-Ελλάδας-Τουρκίας-Βρετανίας-ΗΠΑ και του κόσμου συνολικά, με επίκεντρο τη χούντα της Ελλάδας, το πραξικόπημα Ιωαννίδη, την επαναφορά Γρίβα-Διγενή με ΕΟΚΑ Β’, δηλαδή μια ιστορία που έχει συγκλονίσει από κοντά τους γονείς μας αλλά και κάποιους από εμάς τους ίδιους…  Με αποκορύφωμα την τουρκική εισβολή στο νησί, στις 20 Ιουλίου 1974, που έχει ένα διττό αποτέλεσμα: Τρόμο της Κύπρου για επόμενη καταστροφική εισβολή και παραίτηση της χούντας από Ελλάδα, με επιστροφή του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Δίνονται εκτενείς περιγραφές της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Και παρουσιάζονται βαθύτερες σκέψεις-αναλύσεις σε σχέση με την πορεία, το παρόν και το μέλλον της κατάστασης στο νησί και τους κατοίκους του (όπου κι αν εθνικά ανήκουν), με λίγα λόγια, το ρολόι της ιστορίας.  

Αγνοούμενοι. Κι εδώ γίνεται μια εμπεριστατωμένη αναφορά σε αυτά τα θύματα των πολέμων της χώρας μας (π.χ. Μικρασιατική καταστροφή, εμφύλιο) και, μάλιστα, περιγράφεται μια αρχαιότατη περίπτωση αγνοουμένου, του Οδυσσέα, από τα «Τηλεμάχεια» της Οδύσσειας. Αγνοούμενοι και από τις δύο πλευρές: 1510 Ελληνοκύπριοι, 492 Τουρκοκύπριοι. Εγκλήματα, φόνοι, βιασμοί γυναικών κ.λπ. και από τις δύο πλευρές, καταγγελία του ΟΗΕ για Τούρκους και Ελληνοκύπριους, για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Γίνεται εκτενής διερεύνηση της τύχης των αγνοουμένων: Αναφέρεται η μελέτη των μεταλλαγών και εμποδίων στη διεργασία του πένθους.

Ένα στοιχείο είναι ο φόβος για τον θάνατο. Η φράση «δεν το χωράει ο νους του ανθρώπου» παύει να είναι απλή μεταφορά. Παρατηρείται μετατραυματική πνευματική σύγχυση ακόμα και στις πιο γενναίες, μαχητικές γυναίκες αγνοουμένων. Λανθάνοντα συναισθήματα ενοχής εκείνων που επέζησαν απέναντι σ’ εκείνους που δεν επιβίωσαν.  Αμυντική οργάνωση παιδιών απέναντι στο ναρκισσιστικό τραύμα που δημιουργεί «το σοφό παιδί» (Ferenczi 1949).

Πένθος: Εδώ έχουμε ταφή του σώματος, ταφικές τιμές, καθώς το πένθος δεν είναι ατομική υπόθεση. Ο θάνατος είναι κοινωνικό γεγονός που επηρεάζει με πολλούς τρόπους την οργάνωση της κοινωνίας και τους δεσμούς μεταξύ των μελών της. Ο θάνατος οφείλει να νομιμοποιηθεί και επικυρωθεί κοινωνικά. Κηδεύω προέρχεται από το ρήμα κήδομαι που σημαίνει φροντίζω (εδώ, φροντίζω τον νεκρό). Ο τάφος παραπέμπει στην ανάγκη για μνήμη: μνήμα, μνημείο, μνήμη. Και γίνεται αναφορά σε αρχαίες ιστορίες όπως της Αντιγόνης, της Νιόβης. Ταφή νεκρών και με παραβίαση νόμων. Θεοί σκοτώνουν τα παιδιά μιας μητέρας. Αλλά και οι γυναίκες των αγνοουμένων της Κύπρου δεν θεωρούνται χήρες. Οι ελάχιστες που κατόρθωσαν να ξαναπαντρευτούν, ζήτησαν και έλαβαν πρώτα διαζύγιο, εφ’ όσον η έκδοση πιστοποιητικού χηρείας ήταν αδύνατη (!). Ο αγνοούμενος συντηρείται μέσα σε ένα παράδοξο καθεστώς: «ούτε ζωντανός» (αφού δεν υπάρχουν νέα του), «ούτε νεκρός» (αφού δεν υπάρχει πτώμα του). Κι εδώ διερευνάται η διχοτόμηση του Εγώ, που είναι ένας ακραίος μηχανισμός άμυνας. Ένα μέρος του εαυτού αναγνωρίζει την απώλεια, ένα άλλο μέρος του την διαψεύδει. Ο αγνοούμενος δεν βιώνεται ως απώλεια αλλά ως απουσία. Κι έτσι, ως απουσία, παραπέμπει σε άλλες, ευρύτερες απουσίες που αφορούν στην κυπριακή κοινωνία στο σύνολό της.

Επίσης, η πολιτική τοποθέτηση στο θέμα αγνοουμένων-πένθους από τις δύο πλευρές (Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων) αναδεικνύει τις προσπάθειες να προσποριστούν οφέλη για τις πολιτικές τους από την απουσία νεκρών σωμάτων και προώθηση της πολιτικής της κάθε πλευράς: Επανένωση ή Διχοτόμηση. Κι έτσι, δημιουργούνται καταστάσεις «απο-υποκειμενοποίησης» αλλά και «από-ανθρωποποίησης» θυμάτων και θυτών.  Στο σημείο αυτό, γίνονται ενδιαφέρουσες (και πρωτότυπες για τους μη Κυπρίους) πολιτικές αναφορές σε ό,τι αφορά τις ευθύνες των κυβερνήσεων Τουρκίας και Κυπριακής Δημοκρατίας για θέματα αγνοουμένων και ενημέρωσης των συγγενών τους.

Υπάρχει, ακόμα, μια αναλυτική περιγραφή ανθρώπων (κυρίως γυναικών) που ανάλωσαν τη ζωή τους πρωτοστατώντας στην αναζήτηση αγνοουμένων. Ένα συμπέρασμα είναι ότι για να μπορέσει να επουλωθεί το πένθος των συγγενών και των Κυπρίων, είναι απαραίτητη η δημόσια αναγνώριση και ανάληψη της ευθύνης: ούτε αμνησία ούτε αμνηστεία. Το πένθος δεν σημαίνει λήθη, σημαίνει μνήμη. Οι νοηματοδοτήσεις, οι μεταφορές και τα σύμβολα επιτρέπουν να δοθούν νοήματα στις απώλειες (ιστορία Μικρού πρίγκιπα).

Όμως, τα συλλογικά πένθη που προκαλούνται από τον πόλεμο, τη δικτατορία, τη γενοκτονία, την κρατική βία είναι ιδιαίτερα δύσκολο, έως και αδύνατο, να τύχουν επεξεργασίας, καθώς αυτή όχι μόνο δεν υποστηρίζεται από το κράτος-πολιτεία αλλά και παρεμποδίζεται. Γιατί; Διότι η δημιουργικότητα που προκύπτει από τη διεργασία του ατομικού και κοινωνικού πένθους και η απελευθέρωση νέων σκέψεων, αποτελεί απειλή για την εκάστοτε εξουσία και καθεστηκυία τάξη. Έτσι, ο συγγραφέας μιλάει για «μυστικές συμμαχίες» που παρεμποδίζουν την ολοκλήρωση της διαδικασίας του πένθους, με επίκεντρο εκείνο που αφορά στους αγνοούμενους. Και ο ομότιμος καθηγητής Ψυχολογίας Rene Kaes, που προλογίζει το βιβλίο, αποκαλεί αυτές τις συμμαχίες «διαστροφικό σύμφωνο απάρνησης» (ή «διάψευσης»). Οι θύτες προκαλούν και ενοχή στα θύματά τους, όχι μόνο γιατί τους επιβάλλουν σιωπή αλλά και γιατί προσπαθούν να τους προκαλέσουν, μέσω της «ταύτισης με τον επιτιθέμενο», την ιδέα ότι αυτοί οι ίδιοι είναι ένοχοι για ό,τι τους συμβαίνει. Και ο Kaes αναφέρει δύο διαδικασίες που μπορούν να μην επιτρέψουν την εξαφάνιση της διεργασίας του πένθους: 1. Την αποκατάσταση του δημόσιου λόγου. 2. Τη διαδικασία της ιστορικοποίησης, τη συσχέτιση του ατομικού, οικογενειακού και συλλογικού πένθους.

 Ένα άλλο κεντρικό θέμα του βιβλίου είναι το Τραύμα: Εκτός από τους ενδογενείς παράγοντες, ο τραυματισμός συναρτάται και με το περιβάλλον ως καθοριστικό παράγοντα στην πορεία της ψυχικής του διεργασίας. Τραύμα είναι η αιφνίδια διακοπή της δυναμικής επικοινωνίας περιέχοντος-περιεχομένου και η κατάρρευση της λειτουργίας-άλφα (δηλ. διεργασίας που επιτρέπει τη σκέψη). Τότε το υποκείμενο αισθάνεται παντελώς αβοήθητο μπροστά σε αγωνίες που του είναι αδύνατο να διαχειριστεί.  Συχνά εδώ παρατηρείται ο καταναγκασμός επανάληψης από «αδυναμία σύνθεσης», δηλαδή από μη αρτίωση του ψυχισμού. Απόσυρση της υποκειμενικότητας. Η βία εκδιώκει το υποκείμενο από την ανθρώπινη κατάσταση, καταδικάζοντάς το σε ριζική αποξένωση και αλλοτρίωση. Αλλά, η άρνηση του μονισμού οδηγεί στη σύνδεση ετερογενών συστημάτων: σώμα-ψυχή, βρέφος-μητέρα, άτομο-ομάδα-κοινωνία-πολιτισμός κ.λπ.

Επίσης, το τραύμα εγγράφεται στη γενεαλογία και η εγγραφή αυτή προκαλεί επιβλαβείς επιπτώσεις στους απογόνους. Μιλάμε για το συλλογικό τραύμα και τη μετάδοσή του από γενιά σε γενιά. Συχνά νέοι που έχουν αγνοούμενους συγγενείς της προηγούμενης γενιάς (π.χ. παππού) προχωρούν σε εξιδανίκευσή του. Η εξιδανίκευση είναι πρωτόγονος μηχανισμός άμυνας που υποστηρίζει τη διχοτόμηση του αντικειμένου σε κακό και καλό. Η εξιδανίκευση του αγνοουμένου είναι άμυνα ενάντια στο βίωμα της τραυματικής απουσίας, απέναντι στα λανθάνοντα συναισθήματα θυμού, ενοχής, ντροπής κ.λπ. Υπ’ αυτές τις συνθήκες το απολεσθέν αντικείμενο συνεχίζει «να ζει» μέσα σε μια κρύπτη εντός του ψυχισμού. Και, συχνά, υπάρχει μετάδοση της κρύπτης στην επόμενη γενιά, μέσω της γέννησης ενός «φαντάσματος». Η απώλεια είναι τελεσίδικη. Αλλά η απουσία είναι δυνάμει παρουσία, προσμονή, υπόσχεση επιστροφής. Κι εδώ αναφέρεται η ουσιώδης διαφορά μεταξύ θανάτου και εξαφάνισης. Ο πόνος που προκαλείται από τον θάνατο, υφίεται σταδιακά, καθώς εξελίσσεται η διεργασία του πένθους. Η οδύνη, όμως, που οφείλεται στην απουσία, διαιωνίζεται, γιατί το πένθος αποκλείεται.

Στη συνέχεια υπάρχει μια αναφορά στις συμμαχίες και τους φορείς τους. Υπάρχει συμμαχία του μυστικού, μοιρασμένες διαψεύσεις, ανεπίγνωστες συμμαχίες που διαμορφώνονται γύρω από φορείς -«πένθους». Υπάρχουν σύμφωνα απάρνησης, που αποτελούν μέρος ασυνείδητων συμμαχιών.  Σε κοινωνικο-πολιτικό επίπεδο, θα λέγαμε, η πολιτική ηγεσία ενισχύει την επιθυμία των ατόμων να βρεθεί ο αγνοούμενος συγγενής τους, συμφωνώντας στη διάψευση της προσωπικότητας και τη διχοτόμηση της σκέψης, με αντάλλαγμα πολιτικά οφέλη. Μόνο που το τελευταίο δεν λέγεται καθαρά, πρόκειται για ένα κοινό μυστικό. Και ο συγγραφέας υπογραμμίζει ότι τέτοιου είδους συμβόλαια, πέρα από τη σημασία τους για τα άτομα που συμμετέχουν, είναι διαστροφικά για ολόκληρη την Κύπρο. Πρόκειται για συμβόλαια που δεν παράγουν τη ζωή και την αλήθεια, βασισμένα σε κοινό μυστικό και ψέμα, ζώντας μέσα στη διάψευση της πραγματικότητας. Αποτέλεσμα: όχι μόνο οι συγγενείς των αγνοουμένων αλλά ολόκληρη η κυπριακή κοινωνία να μένει στάσιμη, καθηλωμένη στο χθες, περιμένοντας ζωντανούς-νεκρούς, όντας νεκροζώντανα τα μέλη αυτής της κοινωνίας. Εδώ, επίσης, ο συγγραφέας αναφέρει ότι αποφάσισε να βάλει τη λέξη πένθος στον όρο φορέα-«πένθους» σε εισαγωγικά, καθώς πρόκειται για πένθος που κανείς δεν θέλει να ολοκληρώσει. Πρόκειται για συλλογικές, κοινωνικές διαδικασίες που ενισχύουν την πίστη στο αδύνατο, την επίμονη αυταπάτη, την ψευδαίσθηση.

Σε σχέση με το τραύμα, ορισμένες φορές οι δυνατότητες διαχείρισης της κατάστασης καταστρέφονται, με συνέπεια το τραύμα να ρέπει προς τον θάνατο, τον ψυχικό θάνατο, και μπορεί να οδηγήσει ένα ολόκληρο τμήμα λαού, αν όχι τον ίδιο τον λαό, στον αφανισμό. Και διακρίνεται η διαφορά μεταξύ τραύματος και πένθους: Το τραύμα αφορά σε υπερβολή και συνακόλουθη ακινητοποίηση, θανατηφόρα κατακρήμνιση της σκέψης. Το επιτυχές πένθος ρέπει προς τη ζωή, την κίνηση, τη δημιουργικότητα. Πρόκειται για ψυχική εργασία διαχείρισης της απώλειας, αποδοχής της πραγματικότητας ότι το αντικείμενο δεν είναι πια εδώ. Και, φυσικά, η κοινωνική και πολιτισμική πλαισίωση του πένθους είναι απαραίτητη. Η ψυχική καταστροφή πολλαπλασιάζεται όταν επέρχεται συνάμα και περιβαλλοντική και κοινωνική καταστροφή, όπως είναι ο πόλεμος. Οι εκπτώσεις των θεσμών και των κοινωνικών πλαισίων επιτρέπουν στη βία να στρέφεται ενάντια στο κοινωνικό σύνολο και στα μέλη του. Οι φυσικές καταστροφές ενώνουν τους ανθρώπους, οι κοινωνικές τους αποσυνδέουν (Freud 1930).

Τα πένθη των Ελληνοκυπρίων αφορούν και σε όλα τα μέρη του εαυτού που έχασαν τα άτομα. Σε οποιαδήποτε διαδικασία πένθους αντικειμένου υπάρχει πάντα και μια διεργασία πένθους εκείνων των μερών του εαυτού που έχουν εναποτεθεί στο αντικείμενο. Πρόκειται για δύο αδιαχώριστα πένθη. Όσο για τα πένθη των Ελληνοκυπρίων, μέσω των συγγενών των αγνοουμένων, αφορούν σε όλα όσα χάθηκαν: συγγενείς, εδάφη, σπίτια, περιουσίες, όνειρα, κράτος. Πένθος σημαίνει μνήμη και το πένθος της μνήμης Ιστορία. Η λήθη είναι σημαντικός παράγοντας στη δημιουργία του έθνους. «Η από κοινού οδύνη ενώνει περισσότερο από τη χαρά. Τα πένθη αξίζουν περισσότερο από τους θριάμβους, γιατί επιβάλλουν υποχρεώσεις, προστάζουν την από κοινού προσπάθεια» (Ernerst Renan 1882). Πρώτο συμπέρασμα: Ας ξεκινήσουμε από τη συμφιλίωσή μας με την Ιστορία μας. Δεύτερο συμπέρασμα: Η απαρτίωση της εργασίας του πένθους μπορεί να οδηγήσει στην αποδοχή του νέου και του ξένου. Η αποτυχία αυτής της απαρτίωσης οδηγεί στην αλαζονεία, στην καταστροφική παντοδυναμία που απειλεί την Κύπρο, τον Ελληνισμό, τον κόσμο ολόκληρο.

Τελειώνοντας, θα δώσω ένα προσωπικό μου συμπέρασμα γι’ αυτό το σημαντικό έργο του Μιχάλη Πέτρου. Ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει ότι πρόκειται για σύνθεση Ψυχολογίας και Ανθρωπολογίας. Εγώ θα προσθέσω: Πρόκειται για σύνθεση Επιστήμης, Κοινωνιολογίας, Ιστορίας Πολιτικής, Ποίησης (ήτοι ο τίτλος του) και ανθρώπινου βιώματος.

Τον ευχαριστούμε!

Διαβάστε το επόμενο άρθρο:

ΑΡΘΡΟ 11/ ΤΕΥΧΟΣ 24, Απρίλιος 2024

Βιβλιοπαρουσίαση: THOMAS H. OGDEN ΑΥΤΗ Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗΣ Ονειρευόμενοι ανονείρευτα όνειρα και διακοπτόμενους εφιάλτες. Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ, ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ

Κάτια Χαραλαμπάκη, Ψυχίατρος –Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Επόμενο >

ΚΑΝΤΕ ΜΙΑ ΔΩΡΕΑ

Υποστηρίξτε την έκδοση του ηλεκτρονικού περιοδικού "Συστημική Σκέψη & Ψυχοθεραπεία" κάνοντας μια δωρεά.Δωρεά