Επιμέλεια: Χ. Καραμανωλάκη, Κ. Χαραλαμπάκη, Γ. Μιχόπουλος
Συγγραφείς: Γ. Βασλαματζής, Φ. Γονιδάκης, Γ. Γουρνάς, Γ. Ζέρβας, Ε. Ιωάννοβιτς, Ε. Καλλιτεράκη, Χ. Καραμανωλάκη, Κ. Μάτσα, Γ. Μιχόπουλος, Γ. Παπακώστας, Α. Πεχλιβανίδης, Β. Πομίνι, Δ. Τζίκας, Β. Τομαράς, Σ. Τουρνής, Κ. Χαραλαμπάκη
«Το πρότυπο που συνδέει» (The pattern that connects). Είναι η φράση που χρησιμοποίησε ο Gregory Bateson για να δηλώσει την πίστη του στα κοινά πρότυπα (patterns) ως προς τη μορφή (ισομορφισμός) αλλά και τη λειτουργία μεταξύ των έμβιων όντων (creatura).
Μήπως είναι η έννοια της θεραπευτικής σχέσης αυτή που μπορεί να θεωρηθεί συνδετικό πρότυπο μεταξύ των βασικών ψυχοθεραπευτικών κατευθύνσεων;
Διαβάζοντας το βιβλίο σκέφτηκα ότι βρέθηκε το πρότυπο, ή ο κοινός τόπος, για να μπορέσουν οι αναλογίες να γίνουν αναγνωρίσιμες και οι προσεγγίσεις να συνδεθούν όπως πρόκειται να συνδεθεί και ο θεραπευτής με τον θεραπευόμενο.
Σύνδεση, δηλαδή αύξηση της οικειότητας σε μια σχέση, δεν σημαίνει εξομοίωση. Σημαίνει αναγνώριση κοινών σημείων και διαφορών μέσα από διάλογο. Δεν σημαίνει απαραίτητα μεγάλη οικειότητα. Σημαίνει θέσπιση κανόνων και τρόπων σύνδεσης. Δημιουργία ορίων που προσδιορίζουν το όριο οικειότητας που ταιριάζει στον κοινά συμφωνημένο στόχο.
Όπως γράφουν οι επιμελητές της έκδοσης στην εισαγωγή τους:
«Το βιβλίο αυτό αποτελεί την προσπάθεια αποτύπωσης στο χαρτί μιας σειράς ημερίδων που διοργανώθηκαν απο τον Κλάδο Ψυχοθεραπείας της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας (...) Σκοπός τους ήταν η ανάδειξη της σημασίας της θεραπευτικής σχέσης στη θεραπευτική διαδικασία της ψυχοθεραπείας (...) Εκπροσωπούνται οι τρείς κύριες ψυχοθεραπευτικές σχολές (...) η ψυχαναλυτική, η γνωσιακή και η συστημική. Έχει γίνει προσπάθεια να αποτυπωθούν όχι μόνο οι διαφορές που σίγουρα υπάρχουν αλλά και οι κοινοί τόποι (...) στη θεώρηση και στην κλινική εφαρμογή των ζητημάτων γύρω από τη θεραπευτική σχέση».
Νομίζω ότι το βιβλίο αυτό θα έπρεπε να συμπεριληφθεί στη βασική εκπαίδευση των εκπαιδευόμενων στις επιστήμες του ανθρώπου.
Τα κείμενα των συγγραφέων σου δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίσεις τις βασικές αρχές αλλά και αρκετές από τις τελευταίες εξελίξεις της κάθε προσέγγισης. Δηλαδή, σε βοηθούν να αποκτήσεις μια εικόνα της εξελικτικής τους πορείας. Αυτή η πορεία μοιάζει να είναι μάλλον πορεία σύγκλισης παρά απόκλισης. Και μια και αναφέρθηκα στην έννοια του ισομορφισμού, είναι σαν η εξέλιξή τους να είναι ισομορφική με την ψυχοσυναισθηματική εξέλιξη του Ανθρώπου. Ως βρέφος βρίσκεται σε αδιαφοροποίητη, συμβιωτική σχέση με τη μητέρα (ποια είναι η μητέρα της ψυχοθεραπείας;), ως παιδί ξεκινάει τη διαφοροποίησή του αλλά ίσως και την αδελφική αντιπαλότητα. Φτάνοντας στην εφηβεία, μπροστά στην αγωνία της περαιτέρω διαφοροποίησης, φτάνει στο σημείο να απαρνείται πλήρως τη συνάφεια με τα γονικά «είναι» ή ακόμα και την αδελφική συγγένεια και φτάνοντας στην ενηλικίωση (αν φτάσει) αναγνωρίζει τις αναλογίες και συμφιλιώνεται με τις συνάφειές του, με το γονικό-οικογενειακό υπόδειγμα.
Βρίσκονται οι τρεις προσεγγίσεις σε φάση ενηλικίωσης; Είναι πιθανό.
Τη δεκαετία του 1980, όταν άρχισα την εκπαίδευσή μου στη συστημική προσέγγιση, η λέξη ψυχανάλυση ήταν σχεδόν απαγορευμένη από αρκετούς, ενώ συγχρόνως βίωνα ένα ειρωνικό μειδίαμα από αρκετούς ψυχαναλυτές στο άκουσμα της συστημικής προσέγγισης. Αυτό σήμερα έχει σίγουρα αλλάξει αρκετά.
Από την άλλη, σκέφτομαι πόσο σημαντικό θα ήταν για έναν γιατρό-μη ψυχίατρο ή για έναν εκπαιδευτικό να γνωρίσει τις βασικές έννοιες περί θεραπευτικής σχέσης. Νομίζω ότι η σημασία της θεραπευτικής σχέσης είναι υποβαθμισμένη όταν αναφερόμαστε σε τέτοιου είδους θεραπευτικές-εκπαιδευτικές σχέσεις.
Μιλάω για εκπαίδευση, μια και η γνωσιακή προσέγγιση ενέχει μια ανοιχτά εκπαιδευτική συλλογιστική. Αλλά και γιατί σκέφτομαι ότι πολλές φορές στη ζωή μου έχω βιώσει, από τη μια την εκπαίδευση να λειτουργεί θεραπευτικά (ιδίως η λεγόμενη βιωματική εκπαίδευση) και από την άλλη τη θεραπεία εκπαιδευτικά.
Για έναν, κατ’ αρχήν, συστημικό ψυχοθεραπευτή, που συχνά δουλεύει με περισσότερους από έναν θεραπευόμενους, βρήκα πολύ βοηθητικές τις παρουσιάσεις των ψυχαναλυτριών που δουλεύουν με ομάδες, ζευγάρια και οικογένειες μια και μπόρεσα πιο εύκολα να αντιστοιχίσω και να συνταιριάξω κάποιες έννοιες από τη δικήτους γλωσσική εκφορά με τη δική μου.
Γενικά, από όποια οπτική κι αν το δει κανείς, αυτό με το οποίο όλοι οι συγγραφείς φαίνεται να συμφωνούν είναι η παρομοίωση (που αποδίδεται στον Γ. Ζέρβα) της θεραπευτικής σχέσης με μια βόλτα με ποδήλατο ανάμεσα στον γκρεμό και τον βράχο αλλά και η αναπλαισίωση του βράχου σε στήριγμα (της Κ. Χαραλαμπάκη).
Παρ’ όλα αυτά -κλείνοντας με ένα σχόλιο που αφορά στη συστημική προσέγγιση- όπως γράφουν οι Β. Πομίνι και Β. Τομαράς «...η διερεύνηση των χαρακτηριστικών και ιδιαιτεροτήτων της θεραπευτικής σχέσης στη συστημική ψυχοθεραπεία είναι ακόμα ελλιπής…».
Νομίζω ότι βιβλία σαν κι αυτό βοηθούν, σίγουρα, τόσο στη γνώση των έως τώρα προσδιορισμών και προβληματισμών της θεραπευτικής σχέσης στη συστημική ψυχοθεραπεία, όσο και στον εμπλουτισμό της.