Ε.Ε.Σ.ΣΚΕ.Ψ.Ο. - Επιστημονική Εταιρεία Επαγγελματιών Ψυχικής Υγείας

H ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ: AΞΙΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ

  • Γιώργος ΓουρνάςΔρ. ψυχιατρικής Θεραπευτής Ομάδας και Οικογένειας C.G.P., E.C.P. Αθηναϊκό Κέντρο Μελέτης του Ανθρώπου.
  • ομάδα
  • ζωντανά συστήματα
  • διαπροσωπική νευροβιολογία
  • κατοπτρικοί νευρώνες
  • ενδυνάμωση
  • ανθεκτικότητα

Περίληψη

Η κρίση αποτελεί κοινωνικό γεγονός. Η κρίση αποτελεί κοινωνικό δράμα που γίνεται προσωπικό δράμα, γι’ αυτό  και η διαχείρισή της δε μπορεί να είναι μόνο προσωπική υπόθεση. Για την κατανόηση της πολυπλοκότητας ενός τέτοιου φαινομένου αξιοποιούνται, στην παρούσα εργασία, τα αποτελέσματα των Νευροεπιστημών, η Θεωρία των Ζωντανών Συστημάτων, των Πολύπλοκων Συστημάτων και οι Επιστήμες της Μελέτης του Ανθρώπου, της Ψυχολογίας και της Κοινωνιολογίας. Η συστημική προσέγγιση μετατοπίζει την εστία από το άτομο και την επικέντρωση στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και στις  αντιδράσεις του, στη μελέτη του ατόμου ως «βιοψυχοκοινωνικό σύστημα» (Βασιλείου 1987) και στη  λειτουργία των πολλαπλών συστημάτων των οποίων αποτελεί μέρος. Η οικογένεια, η ομάδα και τα κοινωνικά δίκτυα αποτελούν ενδιάμεσα συστήματα που παρεμβάλλονται ανάμεσα στον άνθρωπο και  στο γεγονός της κρίσης, απορροφούν τους κραδασμούς, την τοξικότητα και λειτουργούν  ως μία μεμβράνη, ένα φίλτρο, ένας ηθμός, με όρια διαπερατά και ευέλικτα. Συγχρόνως αποτελούν και ένα πλαίσιο  αξιών, πιστεύω, δυνατοτήτων, πηγών στήριξης, μάθησης και αξιοποίησης της εμπειρίας  που οδηγούν  στην καλύτερη κατανόηση και αντιμετώπιση της κρίσης. Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται αποσπάσματα συνεδρίας  από ομάδα ανδρών και ομάδα γυναικών, στα πλαίσια λειτουργίας θεραπευτικής ομάδας. Γίνεται αναφορά στην αξία του ρόλου της ομάδας στη διαχείριση της κρίσης και στην ανάγκη επαναορισμού του ρόλου του επαγγελματία ψυχικής υγείας με ιδιαίτερη έμφαση  στις ανθρώπινες σχέσεις, στο μοίρασμα της τραυματικής εμπειρίας, στη δημιουργία υποστηρικτικών συστημάτων και κοινωνικών δικτύων με στόχο  την ενεργοποίηση και την ενίσχυση του δυναμικού των ατόμων και των ομάδων.

 Λέξεις κλειδιά: ομάδα, ζωντανά συστήματα, διαπροσωπική νευροβιολογία, κατοπτρικοί νευρώνες, ενδυνάμωση, ανθεκτικότητα

Νευροπλαστικότητα, Σχέση και Αφήγηση

_«Κι έτσι το δημόσιο κακό έρχεται πια του καθενός την πόρτα να κτυπήσει. Να το κρατήσουν της αυλής οι ξώπορτες δεν έχουν την όρεξη. Πηδά πάνω απ’ τη μάντρα την ψηλή, κι έτσι κι αλλιώς σε βρίσκει, ακόμα κι αν φεύγοντας χώθηκες στο βαθύτερο μέρος του σπιτιού σου». _
(Σόλων 594 π.Χ.)

Ο άνθρωπος χρειάζεται ένα ασφαλές περιβάλλον  για να υπάρχει, να μεγαλώνει και να εξελίσσεται. Ο άνθρωπος δε μπορεί να υπάρξει και να ευτυχίσει μόνος του. Είμαστε σχεσιακά, κοινωνικά όντα. Τα τελευταία χρόνια δώσαμε έμφαση στην επιστήμη, στην  τεχνολογία, στα υλικά αγαθά. Πιστέψαμε ότι το DNA, αυτό το γενετικό υλικό που κληρονομούμε, μας καθορίζει.  Όμως, δεν είμαστε μόνο γενετικά προσδιορισμένα όντα. Τα γονίδια δημιουργούν τις εγκεφαλικές μας δομές, αλλά το περιβάλλον τις «σμιλεύει». Είναι αυτό που επικοινωνείται ανάμεσα σε διαφορετικούς εγκεφάλους που σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνει το τι συμβαίνει μέσα στον εγκέφαλο και στη ψυχή του κάθε ανθρώπου. Από τη στιγμή της γέννησής μας οι πιο σημαντικές  σχέσεις συμμετέχουν στη διαμόρφωση των νευρώνων και των νευρωνικών  κυκλωμάτων του εγκεφάλου, τα οποία μας επιτρέπουν να νιώθουμε τους άλλους, τα συναισθήματά τους και μέσα από αυτές τις σχέσεις να  αντιλαμβανόμαστε τα δικά μας συναισθήματα και τον εαυτό μας (Cozolino, 2006).  Οι σχέσεις διαμορφώνουν τους εγκεφάλους μας, καθορίζουν την πορεία και ορισμένες σχέσεις  συνεχίζουν να γιατρεύουν τον τραυματισμένο μας εαυτό  σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας (Badenoch, 2008). Το λεπτομερές σχέδιο των νευρωνικών μας συνδέσεων, δηλαδή αυτό που διαφοροποιεί τον καθένα μας, διαμορφώνεται από τη στενή και έγκαιρη αλληλεπίδραση γενετικού υλικού και περιβάλλοντος. Το περιβάλλον επηρεάζει την ανάπτυξη του μυαλού μας, που επηρεάζει τη συμπεριφορά μας, που με τη σειρά της επηρεάζει το περιβάλλον κ.ο.κ. (Παπαδόπουλος Γ, 2011). Η Νευροπλαστικότητα (Siegel,1999) περιγράφει τη δυνατότητα του εγκεφάλου ν’ αλλάζει τη δομή και τη λειτουργία του. Παράγοντες αναγκαίοι για την προαγωγή αυτής της πλαστικότητας είναι: α. οι δυνατοί συναισθηματικοί δεσμοί, β. το πλούσιο σε ερεθίσματα περιβάλλον, γ. η εμπειρία, η βιωματική μάθηση και δ. το κλίμα ασφάλειας που χαρακτηρίζεται από συνεργασία, φροντίδα, ενίσχυση του θετικού και αίσθημα δικαιοσύνης, που αναδεικνύουν τον βαθιά κοινωνικό χαρακτήρα του ανθρώπινου εγκεφάλου (Flores, 2010).

Η σχέση μας με το περιβάλλον είναι καθοριστική. Οι ασφαλείς σχέσεις προσφέρουν μία βάση, μία αφετηρία εξερεύνησης του κόσμου αλλά και ένα ασφαλές πλαίσιο, όπου μπορεί κανείς να υποχωρήσει, όταν νιώθει να απειλείται.  O Συναισθηματικός Δεσμός είναι μία συμπεριφορά, ένα βιολογικό ένστικτο μέσα από το οποίο το παιδί, κάθε φορά που αισθάνεται το φόβο της απειλής,  αναζητεί την εγγύτητα και  την  ασφάλεια στη σχέση του με ένα μεγαλύτερο πρόσωπο. Η ασφαλής στενή σύνδεση με τα πρόσωπα κύρους αποτελεί  πηγή δύναμης και προσωπικής απαρτίωσης (Holmes, 2009). Ο ασφαλής ή ανασφαλής συναισθηματικός δεσμός θεωρείται πιθανός ενδεικτικός παράγοντας της λειτουργικότητας που θα αναπτύξει ένα παιδί στη διάρκεια της ζωής του και στον τρόπο που θα αντιμετωπίσει  μελλοντικά τραύματα. H απειλή της αίσθησης της ασφάλειας και  ιδιαίτερα της διακοπής της σχέσης με το περιβάλλον, όταν αυτό γίνεται  απειλητικό, απρόσωπο, παγερό και αδιάφορο, αποτελεί ισχυρή αιτία θυμού, επιθετικότητας και  συναισθηματικής απομόνωσης που θεωρείται πιο επικίνδυνη για την υγεία από το κάπνισμα και διπλασιάζει την πιθανότητα των καρδιακών και εγκεφαλικών επεισοδίων (Walsh, 2006). Ο Bowlby παίρνει την ιδέα του Kurt Lewin για τα «κοινωνικά πεδία» και την εφαρμόζει στην αντικοινωνική συμπεριφορά: «καλά περιβάλλοντα δημιουργούν καλούς πολίτες, κακά, κακούς».

Οι άνθρωποι διαμορφώνουμε  την προσωπική μας  ταυτότητα από το τι «ξέρουμε» και πως περιγράφουμε τον εαυτό μας ως πρόσωπο. Όμως,  το πως αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας, στο μεγαλύτερο μέρος, ορίζεται από πολιτισμικούς παράγοντες, από αφηγήσεις, περιγραφές τρίτων, ταμπέλες, ταξινομήσεις, διαχωρισμούς, αποκλεισμούς. Η Αφηγηματική Προσέγγιση προτείνει την εξιστόρηση και/ή την «επανα-εξιστόρηση» της ανθρώπινης εμπειρίας, τη συν-δημιουργία νέων, απελευθερωτικών αφηγήσεων με στόχο ένα νέο νόημα ζωής. Κάθε νέα αφήγηση, κάθε νέα ανάγνωση αποτελεί μία νέα ερμηνεία και μία διαφορετική γραφή. Προσκαλώντας και άλλα  άτομα, ως ακροατήριο, στην παρουσίαση αυτών των εναλλακτικών ιστοριών αυξάνεται η δυνατότητα της επιβίωσής τους στο χρόνο  και δημιουργείται η αίσθηση   διαφορετικής, προσωπικής ταυτότητας. (Εpston and White, 1990). Η αφήγηση των ιστοριών μας,  καθώς τις μοιραζόμαστε με άλλους ανθρώπους,  διαμορφώνουν το ποιοί είμαστε, την ταυτότητά μας, το πώς βλέπουμε τους εαυτούς μας και τον κόσμο γύρω μας. Είμαστε οι ιστορίες μας, οι αφηγήσεις μας. Ο τρόπος που κάθε κουλτούρα δομεί τις αφηγήσεις της δίνει στις ίδιες τραυματικές εμπειρίες, διαφορετική σημασία. Έτσι, το ίδιο γεγονός μπορεί να περάσει από την ντροπή στην υπερηφάνεια, από τη σκιά στο φως (Cyrulnik, 2008).  Ο Rossi (1986) αναφέρει ότι κάθε αφήγηση είναι και μία αναδημιουργία, μία αναπλαισίωση τόσο σε κοινωνικό επίπεδο, με τον επανορισμό της ταυτότητάς μας, όσο και σε νευροφυσιολογικό επίπεδο, μέσα από την πλαστικότητα που ο ανθρώπινος εγκέφαλος διαθέτει. Ο Μαρκές (2003) στην αυτοβιογραφία του με τίτλο: «Ζω για να τη διηγούμαι», αναφέρει: «Η ζωή δεν είναι αυτή που έζησε κανείς, αλλά αυτή που θυμάται και όπως τη θυμάται για να τη διηγηθεί».

Οι Ομάδες μιλάνε για την Κρίση

  
Ένας τρόπος να δούμε τις επιπτώσεις της κρίσης πάνω στην ψυχική υγεία, στη συμπεριφορά και στις σχέσεις  των ανθρώπων είναι να ακούσουμε τις ιστορίες τους.   Στην παρούσα εργασία, παρουσιάζονται, ενδεικτικά, οι αφηγήσεις
τεσσάρων γυναικών και πέντε ανδρών από αντίστοιχες θεραπευτικές ομάδες, καθώς και ο τρόπος  που αυτοί προσλαμβάνουν, βιώνουν και συνδέουν  την παρούσα κρίση με τις αναμνήσεις του παρελθόντος και τις αναζητήσεις
της ζωής τους στο μέλλον. Η θεραπευτική προσέγγιση ακολουθεί τις αρχές της Διαλεκτικής-Συστημικής Προσέγγισης, αξιοποιεί την αναλογική επικοινωνία και τη ζωντανή διεργασία, αναπτύχθηκε από τον  Βασιλείου(1983) και έχει εμπλουτισθεί από τους συνεργάτες του στην πορεία του χρόνου.

Αφηγήσεις  από ομάδα γυναικών:

Μαρία: Σήμερα μού μειώσανε κι άλλο τον ήδη μειωμένο μου μισθό. Νιώθω απαξίωση. Μπήκα δεύτερη στο Πολυτεχνείο και τώρα δε μπορώ να ζήσω. Δε μπορώ να ζητήσω από γονείς. Νιώθω αγανάκτηση, απογοήτευση. Νιώθω ότι δεν έχει κανένα αποτέλεσμα όλη αυτή η προσπάθεια, ότι δεν έχει αξία ό,τι έκανα.

Γιάννα: Πονάς για όλη τη γενιά σου κι αυτόν τον πόνο δε μπορεί να τον  κουβαλήσει ένας άνθρωπος μόνος του. Έπαθα κατάθλιψη. Βγήκα τρίτη από το Πανεπιστήμιο και έμεινα πέντε χρόνια άνεργη. Σήκωσα τον πόνο μιας γενιάς μόνη μου κι έπαθα κατάθλιψη.

Ρέα: Υπάρχει γύρω τόση ασάφεια και ανησυχία. Αυτό που αξίζει είναι η πίστη  στους ανθρώπους. Πολλές φορές νιώθω αγανάκτηση.  Μέσα στις δικές μου δυσκολίες σκέφτομαι πως τα έβγαλαν πέρα οι  γονείς μου. Ο πατέρας πολιτικός εξόριστος. Γεννήθηκα σε ξένη χώρα και έζησα εκεί τα οχτώ πρώτα χρόνια της ζωής μου. Δεν ήξεραν τη γλώσσα.  Νιώθω θαυμασμό πώς τα κατάφεραν. Πολλές φορές ο γιατρός έδινε στη μητέρα μου το κουτί της κρέμας, που η ίδια δε μπορούσε να αγοράσει για μας.  Σήμερα έχω τις δικές μου δυσκολίες και λέω «κοίτα, οι γονείς μου σε ξένο τόπο  τα κατάφεραν» και νιώθω σεβασμό γι’ αυτούς. Όμως υπήρξε τίμημα και  προσωπικό κόστος. Σαν παιδάκι ρουφούσα τις δυσκολίες τους. Είχα πολύ αγωνία... Θυμάμαι τη μητέρα μου να λέει ότι ήμουν ένα πάρα πολύ ήσυχο παιδάκι. Ποτέ δεν γκρίνιαζα. Καθόμουν σε μια γωνιά κι έκλαιγα αθόρυβα. Κάθε φορά που ακούω να επαναλαμβάνουν αυτήν την  ιστορία, πονάω το παιδάκι που ήμουνα. Αυτό το αθόρυβο κλάμα στη γωνιά είχε φόβο και παράπονο και βάρος. Βάρος μην τους φορτώσω με τα δικά μου, και προσθέσω και άλλο βάρος σ’ αυτό που ήδη είχαν. Μη βάλω κι εγώ κάτι, όπως κάποια ανάγκη μου για κανένα παιχνιδάκι. Μου έμεινε, από τότε,  το αθόρυβο κλάμα και η δυσκολία να εκφράσω τις ανάγκες μου. Αυτός ο φόβος ότι θα βαρύνω τους δικούς μου ανθρώπους... κι έτσι  κρατώ ακόμη  τις ανάγκες μου «αθόρυβες». Σήμερα ανησυχώ πως μπορεί αυτή η κατάσταση να επηρεάσει τη ζωή των παιδιών μου.

Φανή: Μετά που μίλησε η Μ. έχω ένα κλάμα στο λαιμό. Νιώθω πολύ κοντά με τη Μ., την Ρ., τη Γ.  Είναι και το βάρος των γονιών. Πέρασαν πολλές δυσκολίες κι επιβίωσαν. Σου λένε «εμείς κουραστήκαμε, εσείς να μην κουραστείτε». Πονάς, όταν  βλέπεις κι ακούς το γονιό κουρασμένο. Σαν να μην έπιασε τόπο ο κόπος τους... Τον κρύβανε τον πόνο τους. Χτες η κόρη μου, έξι ετών, μου είπε με καμάρι: «τώρα μαμά δεν έκλαψα ...ε...». Αναρωτήθηκα, εγώ τι κάνω; Τα ίδια;  Δεν επιτρέπω την έκφραση του πόνου;

Γιάννα: Είχες να σηκώσεις και το βάρος των γονιών. Ήθελαν το καλύτερο για σένα. Οι προσδοκίες ήταν πολύ ψηλά κι εσύ δεν ήξερες  τις δυνατότητές σου.  Από τη μια ήταν βασανιστικό, από την άλλη σου έδινε δύναμη.  Σιγά-σιγά κατάλαβα ότι έπρεπε να υπηρετήσω κάποιες αξίες μαζί με άλλους ανθρώπους που εγώ επέλεξα στη ζωή μου, που μαζί τους μοιράζομαι τους φόβους, τις αγωνίες, τις ελπίδες και τα όνειρά μου. Αυτός είναι  ένας δρόμος. Είχα βαρεθεί να αιωρούμαι στο φόβο και στον πόνο μόνη μου. Τώρα νιώθω ανακούφιση που περπατάω αυτό το δρόμο μαζί με άλλους.

Αφηγήσεις από  ομάδα  ανδρών:

Γιάννης:  Η κρίση έχει αρχίσει να μ’ επηρεάζει, παρ’ ότι όχι άμεσα, αλλά όλοι γύρω μου έχουν αρχίσει να τη ζουν. Έχω αρχίσει να τα βλέπω όλα μαύρα. Φοβάμαι και για μένα. Φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσω να αντεπεξέλθω στις υποχρεώσεις μου... ο ένας γιος σπουδάζει σ’ άλλη πόλη, ο άλλος πάει φροντιστήριο... Θα βρεθώ σε δύσκολη θέση. Νιώθω απογοήτευση, ενώ νιώθω ότι δεν είναι δικό μου λάθος.

Βασίλης: Πάντα είχα ένα πλάνο Β, τώρα νιώθω ότι και αυτό δε φτάνει. Νιώθω ότι δεν έχει διέξοδο, νιώθω απογοήτευση, θυμό και φόβο. Σήμερα, ως οικογένεια, ακόμα  τα βγάζουμε πέρα. Όμως με φοβίζει η αβεβαιότητα για το αύριο. Αν δεν ανταποκρίνεσαι στις υποχρεώσεις σου νιώθεις αποτυχημένος. Μπροστά σ’ αυτά τα προβλήματα όλα τα άλλα μοιάζουν επιφανειακά, ασήμαντα, ακόμα και τα ψυχοσωματικά μου φαντάζουν αστεία...

Δήμος: Νιώθω την αγωνία που φέρνουν οι άλλοι. Ενώ στη δουλειά μου προσπαθώ να εμψυχώνω τους ανθρώπους και τις οικογένειές τους, νιώθω ότι δεν έχω απαντήσεις να δώσω... Με ρουφάει η κρίση. Είχα μια λίρα από το γάμο μου και πήγα και την εξαργύρωσα. Νιώθω δύσκολα. Έχω ζήσει και στην οικογένειά μου ανάλογες κρίσεις, ναι,  έχω περάσει δύσκολα... όμως αυτή η δυσκολία στην οικογένειά μου μεταφράστηκε σε θανάτους. Η μητέρα μου πέθανε από καρκίνο, και αργότερα και ο πατέρας μου, που έζησε τη ζωή του με το «αχ και βαχ, πώς θα βγάλω το γραμμάτιο...». Ο πατέρας μου ποτέ δε μίλησε για τη δυσκολία του, όμως μετέδιδε συνεχώς το άγχος του. Τον άκουγες να αναστενάζει, ένιωθες το άγχος του. Και η μητέρα μου το ίδιο, χωρίς να μιλάει, μέχρι που πέθανε. Στο σπίτι μας δε μιλούσαμε για τις δυσκολίες μας, ο καθένας ζούσε την κρίση μόνος του, και εγώ μικρό παιδί αισθανόμουν ότι έπρεπε να κάνω τα πράγματα πιο γρήγορα, πιο καλά και πιο υπεύθυνα για να μη γίνομαι φόρτωμα, βάρος, έξτρα δυσκολία για εκείνους. Προχθές ήρθε και η κόρη μου, εννιά χρόνων, και με ρώτησε: «μπαμπά εσύ πέρασες κρίση; Πώς τα έβγαλες πέρα;». Της είπα πως ναι, είχα περάσει αλλά, ότι αυτά τα πράγματα δεν είναι για την ηλικία της και να γυρίσει στα μαθήματά της, να είναι καλή μαθήτρια, γιατί αυτή είναι η δουλειά της... Αιφνιδιάστηκα με την ερώτησή της. Δεν ξέρω τι να κάνω, προσπαθώ να βρω εναλλακτικές λύσεις, δεν ξέρω από πού να κόψω πια... Πρέπει να ξανασχεδιάσω την πραγματικότητα, ώστε να βγαίνει... κυρίως τα οικονομικά, άσε πια το συναισθηματικό...

Κυριάκος: Έχω ελεύθερο επάγγελμα, δε βγαίνουν οι υποχρεώσεις. Κόβω, κόβω... Στη δουλειά μου πρέπει να απολύσω έναν υπάλληλο από τους δύο που έχω... Με πονάει, δεν έχω τον τρόπο, δεν ξέρω πως να το μεθοδεύσω, το βρίσκω απάνθρωπο... Αυτό έχει αντίκτυπο και στο σπίτι. Η κρίση ξυπνά τις συνειδήσεις των παιδιών, έχουν άποψη... Λένε «έχεις λεφτά σήμερα, μπαμπά;»... και αμέσως μετά «άσε, θα βολευτώ...» και δεν ξέρω τι κάνουν, δε μιλάνε... Νιώθω αβεβαιότητα, όλοι τη νιώθουμε κι αυτό φέρνει γκρίνια...  πρέπει να βρω τα αυτονόητα για να περνάμε...

Κίμων: Νιώθω μίσος γι’ αυτούς που φταίνε... Είμαστε στο όριο, οικονομικά. Στην επόμενη περικοπή θα έχουμε πρόβλημα. Δεν έχω τι άλλο να κόψω... Η κόρη μου δε λέει τίποτε στο σπίτι. Ξέρω όμως ότι στο σχολείο το κουβεντιάζουν... Δεν ξέρω γιατί δε μιλάει... καμιά φορά σκέφτομαι ότι το κάνει γιατί δεν  εμπιστεύεται τους  γονείς της ή γιατί μας προστατεύει, ή γιατί δε θέλει να μας στεναχωρήσει. Τι θα κάνεις όταν δε μπορείς να προσφέρεις αυτό που ζητάει...;  Θα νιώθω άχρηστος...

«Σήκωσα τον πόνο της γενιάς μου μόνη μου κι έπαθα κατάθλιψη».  Αν προσθέσουμε σ’ αυτό το προσωπικό βάρος και το βάρος της  πάνω γενιάς,  της κάτω γενιάς, την αγωνία των φίλων και των ανθρώπων γύρω μας, τότε η κατάθλιψη είναι μια πιθανή ανθρώπινη αντίδραση. Η κατάθλιψη δεν αποτελεί προσωπικό δράμα, αποτελεί κοινωνικό δράμα και η αντιμετώπισή της δε μπορεί να είναι μόνο προσωπική υπόθεση. Ο άνθρωπος χρειάζεται άλλους ανθρώπους να μοιραστεί την εμπειρία του.  Η ομάδα αποτελεί το αντίδοτο της μοναχικότητας και της διάσπασης που χαρακτηρίζει την εποχή μας  και απέναντι στο «μόνος»  βάζει  το μοίρασμα της εμπειρίας,  τη σχέση  με τους άλλους ανθρώπους και τις κοινές ανθρώπινες αξίες. Δέκα οκτώ μήνες μετά την επίθεση στους διδύμους πύργους, στη Νέα Υόρκη  στις 9/11, σε σχετική έρευνα,  το  60% ανθρώπων με τραυματική εμπειρία επανήλθε από την κρίση. Οι άνθρωποι  αυτοί βρέθηκαν να έχουν συνδεθεί μεταξύ τους, να έχουν στραφεί σε άλλους για συναισθηματική υποστήριξη, να έχουν αξιοποιήσει  τη συνεργασία, τους κανόνες, τις νόρμες  της κοινότητας και  τις υπηρεσίες που αναπτύχθηκαν για τη στήριξή τους . Ήταν αυτοί που μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν καλύτερα το τραυματικό γεγονός και  να βγουν μέσα από αυτό, πιο δυνατοί, λειτουργικοί και δημιουργικοί, ενώ το αντίθετο ποσοστό των ανθρώπων βρέθηκε να παρουσιάζει  σημαντικά ψυχολογικά προβλήματα που οδήγησαν σε καταστάσεις χρόνιου άγχους (Walsh, 2009). Επιδημιολογικές μελέτες της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας δείχνουν ότι ένας στους δύο ανθρώπους έχει υποστεί ή θα υποστεί κάποιο σοβαρό ψυχοτραυματικό γεγονός και ένας στους τέσσερις τουλάχιστον δύο τέτοια γεγονότα στη διάρκεια της ζωής τους (λόγω πολέμου, βίας, βιασμού κ. λ. π.) (Cyrulnik ,2001).

Κατοπτρικοί Νευρώνες και Ομάδα

Η κατάθλιψη και οι σχετικές παθήσεις πηγάζουν από την ανικανότητα των ανθρώπων να πετύχουν καλές σχέσεις με τους άλλους (Buchele, 2012). Σύμφωνα με νεότερες απόψεις, οι άνθρωποι σχετίζονται μέσα από τους κατοπτρικούς νευρώνες, οι οποίοι συνιστούν μία εν δυνάμει νευροφυσιολογική μονάδα του εγκεφάλου. Η λειτουργία τους έχει ως αποτέλεσμα τη συναισθηματική κατανόηση των άλλων, την αναγνώριση των στόχων και των προθέσεών τους. Οι κατοπτρικοί νευρώνες απαντούν σε πολλά ερεθίσματα, εξωλεκτικά, κοινωνικά, σχετίζονται με κέντρα συναισθηματικά, νοητικά, μνημονικά και αποτελούν βασικά στοιχεία της κοινωνικής και συναισθηματικής μας νοημοσύνης (Cozolino,2010). Το «καθρέφτισμα» (mirroring) (Sermer, 2010) σημαίνει τη δυνατότητα να συγκρίνεις αντιδράσεις, να μιμείσαι και να μαθαίνεις από τον άλλον  και  αποτελεί  βασικό παράγοντα στη λειτουργία της ομάδας. Είναι προφανές ότι στην εκπαιδευτική-μαθησιακή διαδικασία δεν είναι σημαντικό τι  ο γονιός, ο δάσκαλος ή ο επαγγελματίας-ειδικός λέει, αλλά το ποιός είναι και πως συμπεριφέρεται (Senge, 2008). Η κοινωνική μάθηση φαίνεται να βασίζεται εν μέρει στη δυνατότητα αναγνώρισης των ομοιοτήτων και στην ταύτιση, λειτουργίες που επιτελούνται από τους κατοπτρικούς νευρώνες, αξιοποιούνται στη διεργασία της ομάδας και αποτελούν στοιχείο της φύσης μας με σημαντική αξία στην επιβίωση και στην εξέλιξη. Τα κατοπτρικά συστήματα και τα νευρωνικά δίκτυα αποτελούν τη βιολογική βάση και  για τις σχέσεις μέσα στην ομάδα. Η ομάδα «ως όλον» μπορεί, εν μέρει, να αποτελεί αποτέλεσμα της συλλογικής δραστηριότητας των κατοπτρικών νευρώνων των ατόμων που την απαρτίζουν. Με αυτή  την έννοια η ομάδα «ως όλον» αποτελεί ένα «χώρο κατόπτρων», χώρο όπου ο εγκέφαλος οργανώνεται όχι στη βάση ενός αντανακλαστικού κύκλου, διακριτού στο ερέθισμα-απάντηση, αλλά στη βάση σχέσεων φορτισμένων με νοήματα και χαρακτηριστικά αλληλεπίδρασης. Μέσα από τους κατοπτρικούς νευρώνες η ενσυναίσθηση προηγείται της κατανόησης του άλλου, ο συναισθηματικός τόνος κάθε ομαδικής ή άλλης συνάντησης αρχίζει να αναδύεται πριν ακόμη υπάρξει ο λόγος και αρθρωθούν τα θέματα. Ο  συγχρονισμός ανάμεσα στα μέλη της ομάδας αναδύεται ως σχέση που συνεπάγεται αναγνώριση του εαυτού στον άλλον και του άλλου στον εαυτό. Όταν μια ομάδα λειτουργεί, τα μέλη της αισθάνονται ότι μπορούν να επικοινωνήσουν τα συναισθήματα, τις προθέσεις και τους σκοπούς τους. Αυτή η συνοχή της ομάδας, προϊόν λειτουργίας των κατοπτρικών νευρώνων, έχει βαθειά εκπαιδευτικό χαρακτήρα, με την έννοια της μάθησης και της κοινωνικής συμπεριφοράς, γιατί τα μέλη της νιώθουν λιγότερο μόνα στα προβλήματά τους, νιώθουν πιο συνδεδεμένα, πιο εναρμονισμένα με τους άλλους, πιο έτοιμα να συνεργαστούν και ν’ αγωνιστούν για κοινούς σκοπούς.

Από την κάθετη στην οριζόντια μάθηση

Η εποχή μας χαρακτηρίζεται από ατομικότητα που αντιδιαστέλλει τη συμπεριφορά του  ατόμου από το δημόσιο χώρο,  οδηγώντας στην πολυδιασπασμένη κοινωνία της οικειότητας- ιδιωτικότητας, όπως την περιγράφει ο Σένετ (1999). Στο πολιτικό επίπεδο αυτή η  αντιδιαστολή οδηγεί στον κατακερματισμό της έννοιας της δημόσιας ζωής, στις ακραίες ψυχολογικές καταστάσεις της αποξένωσης και της αλλοτρίωσης. Οι άνθρωποι νιώθουν ασφαλείς όταν υπάρχει προβλεψιμότητα και επιβεβαίωση των προσδοκιών τους, ενώ όταν αυτή απειλείται αναδύεται η ενστικτώδης αντίδραση για αυτοπροστασία.  Η βιολογία της αντίδρασης μπροστά στον κίνδυνο της απειλής δείχνει ότι είμαστε λιγότερο ικανοί να λειτουργήσουμε με δημιουργικούς τρόπους και  αντιδρούμε με συμπεριφορές φυγής ή πάλης ή «παγώματος» και ακινητοποίησης (Ferguson,2006). Στην παρούσα εργασία γίνεται αναφορά στην πάλη όχι ως αντίδραση, αλλά ως δράση μπροστά στην κρίση. Δηλαδή, ποιες δεξιότητες, ποιες σχέσεις, ποιες αξίες έχουμε  να αξιοποιήσουμε και να αναπτύξουμε,  ως πολίτες και ως επαγγελματίες, όχι μόνο για να επιβιώσουμε, αλλά να ανακάμψουμε μέσα από την τραυματική εμπειρία πιο λειτουργικοί και δημιουργικοί, με βάση την έννοια της ανθεκτικότητας (resilience) (Walsh,2006).  Τα ζωντανά συστήματα, όπως ο άνθρωπος και τα κοινωνικά του συστήματα, χαρακτηρίζονται από μία ιεραρχική οργάνωση (Βασιλείου1,983). Στον παραδοσιακό χώρο υπήρχε μια αλληλουχία διασυνδεδεμένων επιπέδων οργάνωσης. Ο άνθρωπος, παλαιότερα, σε ώρα δυσκολίας και ανάγκης πήγαινε εκεί που υπήρχε με νοιάξιμο, μοίρασμα, υπήρχαν  κοινωνικές σχέσεις,  η οικογένεια, η γειτονιά, η πλατεία, το καφενείο, ο δάσκαλος και η εκκλησία. Σήμερα, που  οι σχέσεις έχουν διαρραγεί, ο άνθρωπος πηγαίνει, στην καλύτερη περίπτωση, από την οικογένεια στον ψυχολόγο. Η κοινωνική συνοχή, όταν καταργείται, δημιουργεί δυσλειτουργία σε βιολογικό, κοινωνικό ή ψυχολογικό επίπεδο. Αυτή η αναφορά δεν έχει σχέση με τη λατρεία του παρελθόντος. Ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω.

Όμως, είναι ανάγκη μέσα στην κρίση να ξαναχτίσουμε εκείνες τις κοινωνικές δομές που είναι αναγκαίες για το αίσθημα της συνέχειας, της ανθρώπινης ζεστασιάς και της ασφάλειας. Να φτιάξουμε, ως επαγγελματίες και ως πολίτες, μαζί με άλλους, τις δικές μας «πλατείες», τις δικές μας «κοινότητες», τα δικά μας δίκτυα, όπου θα βρίσκει χώρο έκφρασης ο φόβος, η ντροπή, το λάθος, η αδυναμία, η ανάγκη, και μέσα από το μοίρασμα και την ανταλλαγή της εμπειρίας να έρθει η μάθηση και η στήριξη. Να δημιουργήσουμε αυτό που αναφέρεται ως «κοινότητες ανθρώπων που μαθαίνουν μέσα από το μοίρασμα της εμπειρίας», όπου άνθρωποι, επαγγελματίες και μη, μαθαίνουν από τις εμπειρίες των άλλων, από το μοίρασμα της γνώσης,  που οδηγεί στην έκφραση μιας  ευρύτερης και συλλογικής σοφίας που μπορεί να φέρει την αλλαγή μέσα από την προσωπική αλλαγή. Μιλάμε για το πέρασμα από την «κάθετη μάθηση» στην «οριζόντια μάθηση». Είμαστε κοινωνικά όντα που δημιουργούμε τον εαυτό μας μέσα σε σχέσεις και όχι άτομα που φτιάχνουν τον εαυτό  μόνα τους. Σε σχετικό άρθρο (Taffel, 2012)  αναφέρεται η αίσθηση ανεπάρκειας, η απομόνωση και η απαξίωση του γονιού στη σημερινή κοινωνία, ιδιαίτερα στην περίοδο της κρίσης και περιγράφεται η δημιουργία ομάδων στήριξης γονιών οι οποίες, όταν αναπτύσσουν  συνεργατικές σχέσεις, αναδεικνύουν περισσότερη σοφία από  αυτή που μπορεί να (τους) προσφερθεί από τον πλέον έμπειρο ειδικό (Flore, 2012). Σε σχετική έρευνα έχει βρεθεί ότι η οικονομική κρίση ασκεί σημαντική ψυχολογική επίδραση σε οικογένειες, ζευγάρια και άτομα. Βρέθηκε ότι το 56% ανέργων με παιδιά πιστεύουν ότι «η ζωή των παιδιών τους έχει αλλάξει σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, ως αποτέλεσμα της δικής τους ανεργίας», ενώ το 48% των ανέργων ανέφεραν «περισσότερες συγκρούσεις ή διαφωνίες με την οικογένεια ή φίλους, από ό,τι συνήθως». Άλλη μελέτη έδειξε ότι ένα άτομο που έχει χάσει τη δουλειά του παρουσιάζει  83%, μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξει κάποια νόσο που σχετίζεται με στρες, όπως ο διαβήτης, η αρθρίτιδα ή διάφορα ψυχιατρικά προβλήματα. (Solomon A. et al., 2011). Έχει παρατηρηθεί θετική σχέση μεταξύ οικονομικής ύφεσης και κινδύνου θνησιμότητας των ανδρών. Αναφορά σε σχετική έρευνα στο ίδιο άρθρο, (Economou et al., 2008) δείχνει σημαντική συσχέτιση μεταξύ ποσοστών ανεργίας και 5 από 6 αιτίες θανάτου και συγκεκριμένα:  των ισχαιμικών καρδιοπαθειών, του καρκίνου της τραχείας, των βρόχων και των πνευμόνων, άλλων κακοήθων νεοπλασιών, ανθρωποκτονιών, αυτοκτονιών και αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών. Επίσης αναφέρεται ότι αναμένεται κατακόρυφη αύξηση των καταθλιπτικών διαταραχών και αυτοκτονιών και στο Ηνωμένο Βασίλειο, τριπλασιασμός των ψυχωτικών επεισοδίων, διπλασιασμός της κατάχρησης αλκοόλ και δι-τριπλασιασμός των καταθλιπτικών επεισοδίων (Γιωτάκος, 2010). Δεν υπάρχει τίποτε πιο σημαντικό από την αίσθηση ότι κανείς  δεν είναι μόνος σ’ αυτόν τον αγώνα. Όταν ακούγονται οι «ίδιες» ιστορίες κι από άλλους ανθρώπους, ξανακερδίζεται η ηρεμία και η φωνή γίνεται πιο δυνατή. Οι άνθρωποι μεγαλώνουν, εξελίσσονται και ωριμάζουν μέσα από το μοίρασμα της εμπειρίας, την αξιοποίηση της διαφοράς, την αναγνώριση, το δικαίωμα στο λάθος, το δικαίωμα στον πειραματισμό, στο ρίσκο στο καινούργιο και, άρα, το διαφορετικό. Χρειάζεται να δούμε τις διαφορές μας, όποιες κι να είναι, ως δυνάμεις και όχι ως εμπόδια.

Το πέρασμα στην κοινότητα και ο επανορισμός των ρόλων 

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, απαιτείται ένας πιο ολιστικός τρόπος αντίληψης και σκέψης. Η σημερινή κοινωνική πραγματικότητα και οι αναδυόμενες ανάγκες, θέτουν μια σειρά προβληματισμών που αφορούν τόσο στον επανασχεδιασμό της δουλειάς και της  παρέμβασης του επαγγελματία ψυχικής υγείας, όσο και τον επαναορισμό του ρόλου του. O ρόλος του επαγγελματία ψυχικής υγείας, μέσα στην κοινωνία της κρίσης, απαιτεί  μετακίνηση από  την ασφάλεια του γραφείου, του ιατρείου, στο δημόσιο χώρο, σε δράσεις μέσα στην κοινότητα, εκεί όπου αναδύονται τα προβλήματα και οι ανθρώπινες ανάγκες. Ζητά τη μετακίνηση από το ρόλο του «ειδικού», που έχει την ισχύ και τη γνώση, σε ρόλο συντονιστή-μέλους ομάδας, ο οποίος πέρα από θεωρίες, τεχνικές και επαγγελματικές δεξιότητες, χρειάζεται να διευρύνει τις προσωπικές του ικανότητες, ώστε ως ευαίσθητος δέκτης να αφουγκράζεται το γίγνεσθαι, τις διεργασίες μέσα του και γύρω του. Ο παράγοντας «Άνθρωπος» πίσω και πέρα από τον ρόλο αποτελεί, παράλληλα με τη θεωρία και τις τεχνικές, σημαντικό παράγοντα στη διαμόρφωση του ρόλου του   επαγγελματία ψυχικής υγείας. Ο ρόλος του συντονιστή ομάδας είναι ρόλος καταλύτη-ρυθμιστή της ομαδικής διεργασίας με δεξιότητες την ανθρωπιά, την ψυχοκοινωνική ωριμότητα και τη γνησιότητα των αρχών του (Βασιλείου,1973).
Σύμφωνα με τις σύγχρονες απόψεις (Flores,2010), δεν είναι τόσο  οι τεχνικές ή οι προσεγγίσεις που ακολουθεί ο συντονιστής ομάδας, που επηρεάζουν την επιτυχή λειτουργία και έκβαση της ομάδας, όσο η δημιουργία του κατάλληλου κλίματος που ευνοεί την νευροπλαστικότητα και τη νευρογένεση. Η θεωρία και οι τεχνικές δεν είναι παράγοντας αλλαγής, οι σχέσεις είναι. Οι τεχνικές έχουν λιγότερη σημασία από την ανθρώπινη ανάγκη για συνεργασία, μοίρασμα,  αποδοχή και «ανήκειν» και όπως στέλεχος Κέντρου Πρόληψης ορίζει τον ρόλο του: «Θέλω στη δουλειά μου να “χορεύω” μαζί με τους συνεργάτες μου και τις ομάδες μου. Δεν τα ξέρω όλα, ξέρω, όμως, ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν ρυθμό και είναι εν δυνάμει “χορευτές” κι αυτό είναι μια βάση για τη δουλειά μου».  Είναι σημαντικό ν’ αναγνωρισθεί  ότι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα μέσα στην κρίση είναι η απαξίωση, η αποξένωση, η απομόνωση,  και η συμμετοχή σε ομάδα αποτελεί ανάγκη με στόχο, μέσα από μοίρασμα, τη συναλλαγή  και  θετική επανα-τροφοδότηση, την ενεργοποίηση των αυτο-ηγετικών δυνατοτήτων, την αυτοεκτίμηση, την αυτοπραγμάτωση και την αυτονομία του κάθε ανθρώπου. Οι αφηγήσεις των εμπειριών των ανθρώπων διαμορφώνουν την προσωπική τους ταυτότητα και το πώς βλέπουν τον εαυτό και τον κόσμο γύρω τους.  Οι αφηγήσεις και οι συζητήσεις μεταβάλλουν τα νευρωνικά μονοπάτια και ενισχύουν τις συνάψεις, ιδιαίτερα όταν είναι σημαντικές και γίνονται σ’ ένα περιβάλλον ασφάλειας, συναισθηματικής διέγερσης και δυνατών συναισθηματικών δεσμών (Flores, 2010). Η δημιουργία μικρών κοινοτήτων, που, επίσης, θα βοηθήσουν την κοινωνική συνοχή,  απαιτεί συλλογική προσπάθεια, συλλογική συνείδηση, ενθάρρυνση, δικαίωμα στην ελπίδα και στο καινούργιο. Η έκφραση, το μοίρασμα της εμπειρίας, η δημιουργία δεσμών εγγύτητας και ασφάλειας, της συνέχειας μπροστά στην αβεβαιότητα  και το φόβο, αποτελούν παράγοντες παρόμοιους με αυτούς του Συναισθηματικού Δεσμού και βασίζονται στις ανθρώπινες σχέσεις, στην αρχή «να κρατήσουμε τις καρδιές μας κοντά και τις απόψεις μας χώρια», λόγια του Γ. Βασιλείου,  δασκάλου ζωής. Χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ τις οριζόντιες σχέσεις, τις μεταξύ μας σχέσεις, το μοίρασμα της εμπειρίας, τη σοφία της λειτουργικής ομάδας, σ’ επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο. Επειδή «κανένας ποταμός δεν ανεβαίνει ψηλότερα από τις πηγές του», απαιτείται  από τον συντονιστή ομάδας ν’ αποτελεί ο ίδιος μέλος ομάδας και ακολουθώντας την αρχή της συν-εξέλιξης των ζωντανών συστημάτων (Ουϊτλυ,2003) να μπορεί να μαθαίνει, να συν-εξελίσσεται και να διαφοροποιείται   μέσα στις ομάδες στις οποίες συμμετέχει και μαζί  με εκείνες με τις οποίες συναλλάσσεται. Ο επαγγελματίας ψυχικής υγείας, ως συντονιστής ομάδας, καλείται να λειτουργήσει ως καταλύτης της ομαδικής διεργασίας, οδηγώντας το πέρασμα από την κάθετη στην οριζόντια μάθηση, όπου τα μέλη θα αναλαμβάνουν την ευθύνη της  εκπαίδευσής τους, πέρα από τη συνήθη αντίληψη, σύμφωνα με την οποία ο ειδικός «ξέρει» και διδάσκει αυτούς που «δεν ξέρουν». Η ομάδα μπορεί να αποφασίζει ποια θέματα και ποιες ανάγκες απασχολούν τα μέλη της, αξιοποιώντας, ως ζωντανό σύστημα, τις δυνατότητες αυτο-οργάνωσης, αυτο-διόρθωσης και κατεύθυνσης προς τον εκάστοτε στόχο, δηλαδή την ικανότητα της  να επιβιώνει, να αναπτύσσεται, να αυτομεταμορφώνεται και να εξελίσσεται (Agazarian, 2004).  H ομάδα αποτελεί το πλαίσιο ενδυνάμωσης (empowerment),  όπως ορίζεται  η  έκφραση  της δύναμης, της γνώσης και της εμπειρίας που ο άνθρωπος κρύβει μέσα του.  O ρόλος του συντονιστή είναι η προστασία της ομάδας από τις υπονομευτικές της τάσεις, όπως συμβαίνει μέσα σε κάθε ομάδα. Να προσφέρει πληροφορίες, οδηγίες και εκπαίδευση στις βασικές διεργασίες που δημιουργούν μια λειτουργική ομάδα, ένα ζωντανό σύστημα, ικανό να αναδείξει τη σοφία που μόνον  άνθρωποι, μέλη ομάδων, σε σχέσεις αλληλεξάρτησης, αλληλοσυσχέτισης και συναλλαγής μπορούν να αναπτύξουν (Βασιλείου, 1987).  Να συμβάλλει στη δημιουργία μιας λειτουργικής  δομής που θα βοηθήσει στο καθρέφτισμα, στο μοίρασμα της εμπειρίας, στη μίμηση, στη συνήχηση, στην ενσυναίσθηση,  στην ενεργητική ακρόαση, στη δυνατότητα των μελών της ομάδας να εμπεριέχουν τις σκέψεις τους και να μάθουν να λειτουργούν ως άτομα μέλη ομάδων, αξιοποιώντας τη δυνατότητα της πλαστικότητας που ο ανθρώπινος εγκέφαλος διαθέτει και τα δεδομένα των νευροεπιστημών προσφέρουν. Δουλειά του συντονιστή είναι να καθρεφτίσει τη δυναμική της ομάδας, την ανάδυση της διεργασίας σε ένα μετα-επίπεδο, ώστε η συλλογική μάθηση να γίνεται προσωπικό βίωμα, στη διάρκεια του χρόνου, μέρος ενός συνεκτικού δικτύου σχέσεων που καλλιεργεί την αίσθηση της συμμετοχής και  του ανήκειν. Μέσα από αυτή τη διεργασία ο στόχος είναι τα μέλη της ομάδας να γίνονται ενεργητικοί παράγοντες μάθησης, με βαθμιαία  την κατάργηση του ρόλου του συντονιστή.  Χρειάζεται, ως ειδικοί, να μετακινηθούμε πέρα από θεωρίες και τεχνικές, που μέχρι τώρα αποτελούσαν την επαγγελματική μας ισχύ,  να διευρύνουμε τις προσωπικές μας δυνατότητες, να παρατηρούμε τι γίνεται μέσα μας, τι γίνεται μέσα στις δικές μας κοινότητες των ειδικών  και  στις κοινότητες των ανθρώπων  γύρω μας.

Συμπέρασμα

Ο πόνος μέσα στην κρίση είναι κοινός σε όλους τους ανθρώπους, αλλά ο τρόπος που βιώνεται είναι μοναδικός. Η έκφρασή  και η συναισθηματική του διαχείριση εξαρτώνται από τα στηρίγματα της ανθεκτικότητας που προσφέρει το κοινωνικό και το πολιτισμικό περιβάλλον (Cyrulnik,2010). Η  συμμετοχή των ατόμων  σε ομάδες, σε δίκτυα σχέσεων, η συναισθηματική και κοινωνική υποστήριξη, το πέρασμα από την κάθετη στην οριζόντια μάθηση ενισχύουν τη δύναμη των ατόμων και των ομάδων και προσδίδουν στην κρίση και στη διαχείρισή της ένα διαφορετικό νόημα και μία διαφορετική προσέγγιση.
Κλείνοντας, παρατίθεται απόσπασμα από την ομιλία του Γ. Σεφέρη (1963) κατά την απονομή του Νόμπελ:  «Σ’ αυτό τον κόσμο που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους».

Βιβλιογραφία

Agazarian, M.Y. (2004).  System  Centered Therapy for Groups. London: Karnac.

Badenoch, B.(2008). Being a Brain Wise Therapist: A Practical Guide to Interpersonal Neurobiology. New York: Norton

Vassiliou, A.G., Vassiliou,G.V.(1973). On Methodological Procedure Enhancing the Catalytic-Regulatory Role of the Therapist. In Uchtenhagen, A.,

Battegay, R., & Friedemann, A., (Eds) Group Psychotherapy & Social Environment. Proceedings of the Vth International Congress of Group Psychotherapy, Hans Huber, Stuttgart.

Βασιλείου,A. Γ.(1987).  Ο άνθρωπος ως Σύστημα: Μία παρουσίαση για τον Παιδοψυχίστρο, στο Τσιάντης, Μ., Μανωλόπουλος, Σ., (Επιμ). Σύγχρονα Θέματα Παιδοψυχιατρικής. Τόμος Α’, Καστανιώτης, Αθήνα

Βασιλείου,A. Γ.(1983). On the Diogenes Search: Outlining a Dialectic-Systemic Approach Concerning the Functioning of Antropos and his Suprasystems. In Pines, M., Routledge and Kegan Paul (Eds) The Evolution of Group Analysis. London.

Badenoch, B.(2008).  Being a Brain Wise Therapist:  A Practical Guide to Interpersonal Neurobiology. New York: Norton.

Buchele, J.B. (2012).  The  AGPA Institute as a Boost to Therapist:  Resilience in a Post 9/11 World, International   Journal  of Group Psychotherapy ,  62(4),  615-625

Γιωτάκος, Ο. (2010). Οικονομική κρίση και Ψυχική Υγεία. Ανασκόπηση,  Ψυχιατρική,  21(3),  195-203

Cosolino, L. (2006). The Neuroscience of Human Relationships: Attachment and the Developing Social Brain. New York: Norton

Cosolino, L. (2010).  The Neuroscience of Psychotherapy: Healing the Social Brain. New York: Norton.

Cyrulnik,  B. (2001).  Surviving  the Trauma of Life:  Interview  by Sophie Doukhari. In the Unesco Courier. Nov.

Cyrulnik,  B. (2008).  Της σάρκας και της ψυχής. Αθήνα: Κέλευθος.

Cyrulnik,  B. (2010).  H αυτοβιογραφία ενός σκιάχτρου. Αθήνα:  Κέλευθος.

Economou et al.(2008).  Are recessions harmful to health after all?  Evidence from the European Union. J. Econ. Stud., 35: 368-384

Ferguson, D. (2006). Reptiles in Love:  Ending Destructive Fights and Evolving Toward More Loving Relationships. San Francisco: Jossey Bass

Flore, D. (2012).  The Parent Circle. Psychotherapy Networker . vol 36. No 1 p 31-35, 54-55

Flores, P. (2010). Group Psychotherapy and Neuro-Plasticity: An Attachment Theory Perspective. International Journal of Group Psychotherapy , 60(4), 547-570

Holmes, J. (2009). O  John Bowlby και η θεωρία του Δεσμού. Αθήνα:  Ελληνικά Γράμματα.

Marquez, G. C. (2003).  Ζω για να τη Διηγούμαι. Αθήνα: Λιβάνης.

Ουϊτλυ, Μ.(2003). Ηγεσία και Χάος: Η νέα επιστημονική διοίκηση επιχειρήσεων.  Αθήνα: Καστανιώτης

Παπαδόπουλος, Χ. Γ. (2011) Εικόνα σου είμαι... και σου μοιάζω.  Ο διάλογος ως ευθύνη του Επιστήμονα. Στο Παπαδόπουλος,Χ. Γ. και Κούβελας,Δ.Η. (Εds) Το Σύμπαν των Εγκεφάλων. Θεσ/κη: University Studio Press,  131-142.

Rossi, L. E. (1986). The Psychobiology of Mind-Body Healing:  New Concepts of the Therapeutic Hypnosis. NewYork: Norton

Σεφέρης, Γ.(1963). Ν’ αναζητήσουμε τον Άνθρωπο. Ένας αιώνας Νόμπελ. Αθήνα: Καστανιώτης.

Σένετ, Ρ. (1999).  Η Τυραννία της Οικειότητας: Ο Δημόσιος και ο Ιδιωτικός χώρος στο Δυτικό Πολιτισμό. Αθήνα: Νεφέλη.

Senge, P. Presence: Exploring Profound Change in People, Organizations and Society.London: Nicholas  Brealey.

Sermer, L.V. (2010). Mirror Neurons: Their Implication for Group Psychotherapy.  International Journal of Group Psychotherapy,  60(4), 487-513.

Siegel, J. D. (1999).  The Developing Mind: How Relationships and the Brain Interact to Shape Who We Are.  New York: Guilford Press.

Solomon, A. et al. (2011). Don’t lock me out: Life-story Interviews of Family Business Owners Facing Succession. Family   Process ,  50 (2),  149-166

Σόλων(594π.Χ).  Απόσπασμα  Ελεγείας στον Περί Παραπρεσβείας λόγο του Δημοσθένη. Αθήνα: I. Zαχαρόπουλος.

Stuckler, D. (2008). Protecting health during the economic crisis.  Lancet, 372: 1520 (Editorial).

Taffel, R. (2012)  The Decline and Fall of Parental Authority. Psychotherapy Networker , Vol 36 No 1    22-29, 52-54

Walsh, F. (2006)  Strengthening Family Resilience.  New York: Guilford.

Walsh, F.(2009). Conference plenary “Strengthening Family Resilience: Building Vital Kin and Community Bonds”, in AGPA Annual Meeting. Chicago.

White, M. & Epston, D. (1990) Narrative Means to Therapeutic Ends. New York: Norton.

Διαβάστε το επόμενο άρθρο:

ΑΡΘΡΟ 4/ ΤΕΥΧΟΣ 2, Απρίλιος 2013

Οι υποθέσεις είναι διάλογοι: όταν μοιραζόμαστε τις υποθέσεις με τους πελάτες

Paolo Bertrando, Ψυχίατρος και Οικογενειακός Θεραπευτής, Μιλάνο, Ιταλία, Teresa Arcelloni
Επόμενο >

ΚΑΝΤΕ ΜΙΑ ΔΩΡΕΑ

Υποστηρίξτε την έκδοση του ηλεκτρονικού περιοδικού "Συστημική Σκέψη & Ψυχοθεραπεία" κάνοντας μια δωρεά.Δωρεά