Τη διερεύνηση της διείσδυσης και επιρροής του φασισμού στο κοινωνικό σώμα επιχειρεί ο Νίκος Μαρκέτος στο βιβλίο του «Ψυχολογία του Φασισμού».
Πώς ήταν δυνατόν απλοί άνθρωποι (κοινότοποι άνθρωποι κατά την Hana Arend) να οδηγούνται στο απόλυτο κακό, να γίνονται όργανα των πιο άγριων φασιστικών θηριωδιών; Αυτό το ερώτημα θέτει ο Ν. Μ., ερώτημα που έχει τεθεί 70 χρόνια τώρα από όλων των ειδών τους επιστήμονες, τους πολιτικούς, αλλά και τον κάθε απλό άνθρωπο.
Τις απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα ο συγγραφέας τις διερευνά σε βάθος, παίρνοντας ως αφετηρία την ψυχολογική σκέψη, αλλά έχοντας παράλληλα στραμμένο το βλέμμα στην οικονομία, την πολιτική, την ιστορία και την ηθική.
Αυτό που έχει μεγάλη σημασία στο βιβλίο είναι ο φασισμός δεν ορίζεται ως το «αβγό του φιδιού» που κάποιο κακό πνεύμα εμφυτεύει στη μήτρα της υγιούς κοινωνίας. Ο φασισμός είναι δικό μας παιδί. Είναι παιδί της δικής μας κοινωνίας.
Κατά τη γνώμη μου, το πιο σοβαρό ζήτημα που μας ενδιαφέρει στις παρούσες συνθήκες είναι οι οικονομικο-πολιτικές και κοινωνικο-ψυχολογικές συνθήκες που _προηγούνται _ της ανάδειξης φασιστών ηγετών και εγκαθίδρυσης φασιστικών καθεστώτων. Λέει ο συγγραφέας:
«Ο φόβος του οικονομικού αφανισμού (…) όταν πάρει διαστάσεις απειλής αφανισμού ή κατακερματισμού, ιδιαίτερες ψυχολογικές διεργασίες συντελούνται σε ασυνείδητο επίπεδο (…). Σε έντονα ψυχοπιεστικές καταστάσεις, όπου ο φόβος περιπλέκεται με θυμό, οργή, μίσος, ματαίωση, εξάρτηση, μπορεί να υπαναχωρήσουν οι ώριμοι τρόποι διαχείρισης τέτοιων συναισθηματικών καταστάσεων και αναλαμβάνουν δράση αρχαϊκοί μηχανισμοί (…). Ο ανταγωνισμός, η εκμετάλλευση και ο κοινωνικός δαρβινισμός αντιστρατεύονται και αλλοιώνουν τις σχέσεις φιλίας, εμπιστοσύνης, αγάπης και στοργής».
Ένα τέτοιο λοιπόν (φοβισμένο) υποκείμενο, προκειμένου να μπορέσει να υπάρξει, χρειάζεται αναγκαστικά ένα στήριγμα ή μια ταύτιση. Ο ανύπαρκτος ή αδύναμος εαυτός θα «επιλέξει» αυτόματα να ταυτιστεί με ένα πρόσωπο ή και μια ιδεολογία που εκφράζει «δύναμη και μεγαλείο», κι έτσι θα συμμετάσχει σε ένα «συλλογικό παραλήρημα μεγαλείου» - κάτι που μας παραπέμπει στην ** ταύτιση με τον επιτιθέμενο ** και την ** παρανοειδή-σχιζοειδή ** θέση της Melanie Klein, «από τον ψευδή στον διασπασμένο εαυτό».
Ο Βρετανός ψυχαναλυτής Donald Meltzer, μίλησε για ένα είδος ναρκισσιστικής ταύτισης, την προσκολλητική ταύτιση. Αυτή ήταν μια διαδικασία ταύτισης που πραγματοποιείτο μέσα από τη μίμηση, με μια ρηχότητα, μέσα από «κατάποση», χωρίς ψυχικό χώρο. Εκεί ο χρόνος δεν υπονοείτο ως τετρα-διάστατος, έμοιαζε ακίνητος, δεν οδηγούσε πουθενά και στην πραγματικότητα δεν μεγάλωνες. Η γήρανση ήταν ένα είδος ατυχήματος, αποτέλεσμα κακού σχεδιασμού ή αμέλειας ή της επιθετικότητας των άλλων ανθρώπων. Κατά τον Meltzer αυτή η σύγχυση σε σχέση με τον χρόνο έχει να κάνει με αδυναμία κάποιου να εισέλθει στην καταθλιπτική θέση της Melanie Klein, που είναι μια μετάβαση από τον εγωκεντρισμό και ενασχόληση με τον εαυτό, την ασφάλεια και το βόλεμα, σε μια πρωταρχική έγνοια για το καλό των αντικειμένων του. Μπορεί κανείς να φανταστεί πώς σε έναν «μονολογικό κόσμο», ο αυτισμός δεν είναι πια αμιγώς μια έννοια της ατομικής ψυχοπαθολογίας, μια ψυχιατρική διάγνωση, είναι μια «μήτρα» για τη συμβολική κατασκευή ανθρώπινων σχέσεων και, θα μπορούσε κανείς να πει, της κυρίαρχης κουλτούρας σε μια δοσμένη εποχή (Meltzer, 1971).
Οι σκέψεις αυτές μας θυμίζουν την ταινία του Μάικλ Χάνεκε «Η λευκή κορδέλα» που παρουσιάζει πώς σε ένα μικρό γερμανικό χωριό, λίγο πριν την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η απάνθρωπη αγριότητα της παιδαγωγικής τύπου πατέρα Schreber του Φρόιντ οδήγησε μια ομάδα παιδιών να γίνουν δολοφόνοι, για να φανταστούμε πώς αυτοί οι ίδιοι θα γινόντουσαν, 10 χρόνια μετά, τα στελέχη των Ες-Ες και οι φύλακες του Ντόρα και του Μπούχενβαλντ.
Αλλά η σχέση των παραπάνω με τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα μας δημιουργεί καινούργιες σκέψεις, που συνδέουν το παρελθόν με το παρόν, και στην κατανόηση της εμφάνισης του φασισμού: η πρωτόγνωρη για εμάς στην Ελλάδα σημερινή κατάσταση έχει φέρει και πρωτόγνωρες εικόνες για την κοινωνική ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Όλοι είμαστε «κάποιος άλλος», άγνωστος στον άλλον και στον εαυτό μας. Και ένα μεγάλο σώμα, σαν να βγαίνει από τα κατάβαθα ενός ωκεανού, να αναδύεται και να καταδύεται, να σαλεύει και να τρέμει, να καταρρέει και να βρυχάται. Πρόκειται για ένα κήτος, που η αποσύνθεση του κοινωνικού και θεσμικού πλαισίου ξάφρισε στην επιφάνεια.
Διαβάζοντας το βιβλίο του Ν. Μ. αναστοχαζόμαστε σε βάθος τον σημερινό μας περίγυρο, όλων των ειδών τις σχέσεις (οικογενειακές, επαγγελματικές, φιλικές, πολιτικές) και μπορούμε να βγάλουμε σημαντικά συμπεράσματα και για την κατανόησή τους, αλλά και για μελλοντικές συνέπειες και τους πιθανούς τρόπους αποτροπής αυτών των συνεπειών.
Το βιβλίο του Νίκου Μαρκέτου είναι ένα βιβλίο που μας φέρνει αντιμέτωπους με την απόλυτα σημαντική για τον καθένα μας έννοια της ** ατομικής ευθύνης ** _, _ και ευχαριστούμε τον συγγραφέα γι’ αυτή τη συνεισφορά.