Γνωρίζω την Κάτια Χαραλαμπάκη πολλά χρόνια. Από τα πρώτα μας χρόνια στην εκπαίδευση σε αυτό που λέμε Ψυχοθεραπεία και μάλιστα Συστημική. Χαθήκαμε καιρό και βρεθήκαμε πριν 4 χρόνια. Αρχίσαμε να συνεργαζόμαστε σε διάφορα πλαίσια. Αυτά τα 4 χρόνια άρχισε μια πιο ουσιαστική γνωριμία. Άρχισα να καταλαβαίνω καλύτερα ποιά είναι ως άνθρωπος Ανοίξαμε ένα διάλογο όπου προσπαθούμε να εκφράσουμε αυτό που συνθέτει τους εαυτούς μας. Είναι διάλογος διαπροσωπικός αλλά και δημόσιος. Πρόσφατα σε ένα μάθημα που κάναμε μαζί σε νέους συναδέλφους μιλάγαμε για τις απόψεις μας και διαφωνώντας. Εκεί σκέφτηκα «είναι ευλογία να μπορείς να διαφωνείς και να νοιώθεις συγχρόνως αποδοχή».
¨Όταν μου πρότεινε να γράψω την παρουσίαση του βιβλίου της ένοιωσα και κάπως άβολα: Αν δεν μου άρεσε; Αν δεν μπορούσα να αποστασιοποιηθώ για να έχω μια πιο «αντικειμενική» οπτική;
Η Κ.Χ. είναι ένας άνθρωπος που λέει ανοικτά την αλήθεια της ακόμα κι αν πονάει την ίδια ή τους άλλους. Αυτό έχω καταλάβει και αυτό με βοήθησε να προχωρήσω σε αυτή την παρουσίαση.
Αυτό το βιβλίο είναι ένα μέρος της αλήθειας της. Είναι η αλήθεια που αναδύεται από μια μεγάλη εμπειρία ψυχοθεραπευτικής δουλειάς με βαθειά θεωρητική επεξεργασία, πολιτικής δράσης και αναζήτησης, οργανωτικής ευθύνης σε διάφορες θέσεις της δημόσιας ψυχικής υγείας, και-γενικότερα-προσωπικής αγωνίας για την ψυχική επιβίωση σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο.
Η «κρίση» και η επιβάρυνση που αυτή προκαλεί στην ψυχική υγεία όλων μας (θεραπευόμενων και θεραπευτών) είναι αυτό που πυροδότησε την απόφαση για την έκδοση αυτή.
«Δεν είναι τυχαίο» όπως η Κ.Χ. γράφει «πως τα κείμενα αυτά γράφτηκαν από το 2010 έως το 2016...διάστημα με πρωτόγνωρες εμπειρίες για όλους μας...»
Είναι κείμενα που γράφτηκαν από πηγαία ανάγκη για « ...ενοποίηση...όταν το κύριο χαρακτηριστικό είναι η διάλυση...», «...νοηματοδότηση...του “κενού νοήματος” υλικού που εισέβαλε στο γραφείο μας...» , για θεραπευτική επανα-διανοητικοποίηση μέσω του « _... ταξιδιού στην ποίηση και στους μύθους της αρχαιότητας και τη μελέτη κειμένων όπως αυτών του Ρώσου γλωσσολόγου Μπαχτίν ή του Αμερικανού ανθρωπολόγου Bateson...» _ και τέλος για «...διάλογο, για την ανάδυση του “πολυφωνικού” έναντι του “μονοφωνικού” εαυτού, του σχετίζεσθαι....». Πηγαία ανάγκη « ...να πάρουμε και να δώσουμε, να διαφυλάξουμε και να ανανεώσουμε συλλογικότητες με αξίες και πνευματικά αγαθά που είχαμε κατακτήσει....και που τώρα αισθανόμαστε ότι ξεφτίζουν και διαλύονται...».
Η Κ.Χ. γράφει και δουλεύει ως συστημική ψυχοθεραπεύτρια έχοντας συγχρόνως αναπτυγμένο έναν ψυχαναλυτικό λόγο. Αυτό θεωρώ ότι εμπλουτίζει και διανοίγει το πεδίο αναφοράς ενός συστημικού αν και ακριβώς επειδή είναι συστημικός νομιμοποιείται να εστιάζει σε αυτή τη διεύρυνση. Θεωρώ τα κείμενα για το «Ασυνείδητο του Συστήματος», «Δήμητρα και Περσεφόνη: οικογενειακή θεραπεία μητέρας κόρης» και «Διαδραστικός Φθόνος στη ζωή του ζεύγους: Απο την _Ορέστεια _ στο παρόν» ως εκφράσεις αυτής ακριβώς της διάνοιξης αλλά και συγχρόνως ενοποίησης των δυο εννοιολογικών συστημάτων αναφοράς. Άλλωστε, όπως αναφέρεται και σε ένα από τα παρατιθέμενα κείμενα του Μπαχτίν: «...η γλώσσα δεν μπορεί να έχει συνείδηση του εαυτού της παρά μονάχα στο φως μιας άλλης».
Από την άλλη δεν προκαλεί έκπληξη η συνεχής αναφορά και συν-υπολογισμός του πλαισίου από την Κ.Χ., μια και αυτή είναι μια από τις πιο σημαντικές προσφορές του συστημικού τρόπου σκέπτεσθαι στην ψυχοθεραπεία και γενικότερα στον τρόπο θέασης του κόσμου μας. Η Κ.Χ. γράφει αναδεικνύοντας πολυεπίπεδες αλληλεπιδράσεις: Θεραπευτής=Θεραπευόμενος/η/οι, άτομο=οικογένεια, οικογένεια=δημόσια υγεία, δημόσια υγεία=κοινωνία, όλα σε κυκλική συναλλαγή δύσκολη να καταγραφεί σε αυτό εδώ το χαρτί.
Η ματιά της εστιάζει πάντα και στον θεραπευτή. Αυτόν που «...δεν είναι πλέον η απρόσβλητη μορφή...», αυτόν που έχει ανάγκη το μοίρασμα, τον διάλογο, τη διαρκή αναρώτηση αλλά και την ανεύρεση νέων σταθερών για να ακουμπήσει.
Αναζητά και καταγράφει ζωντανές αλληλεπιδράσεις στον δημόσιο ψυχοθεραπευτικό χώρο. 'Έναν χώρο που η Κ.Χ. υπηρετεί πολλά χρόνια και παλεύει για την ανάπτυξή του.
Φέρνει επίσης στο προσκήνιο ζητήματα όπως η διαδικασία αποπαίδωσης και η ονοματοδοσία στην οικογένεια. Ζητήματα άμεσα συνδεμένα με τις μεταβολές στη δομή και λειτουργία των οικογενειών σήμερα.
Το βιβλίο θα το χαρακτήριζα πολυεπίπεδο και επίκαιρο. Απευθύνεται και σε «ειδικούς» που δουλεύουν ψυχοθεραπευτικά, αλλά και γενικότερα σε ανθρώπους με κοινωνική και ανθρωπιστική ευαισθησία που εστιάζουν στο ανθρώπινο σχετίζεσθαι μέσα σε ένα αποσταθεροποιημένο κοινωνικό σύστημα. Διαβάζοντάς το ένοιωσα αρκετές φορές αυτή την αίσθηση που έχεις όταν βλέπεις αρθρωμένα και οργανωμένα στιγμιότυπα κάποιου εσωτερικού σου διαλόγου που δεν αποτυπώθηκε ποτέ στο διαπροσωπικό-δημόσιο επίπεδο. Είναι η αίσθηση μιας δικαίωσης και ενός συντροφέματος. Αυτό στο προκαλεί, πέραν του περιεχομένου και ο τρόπος γραφής που ρέει και σε καλεί να μη σταματήσεις την ανάγνωση.
Οι ανησυχίες μου δεν δικαιώθηκαν. Για την πρώτη τι να πω; Είναι προφανές πως το βιβλίο της Κ.Χ. μου άρεσε. 'Όσο για τη δεύτερη περί «αντικειμενικότητας» παραθέτω ένα απόσπασμα από το κεφάλαιο περί Μπαχτίν το οποίο θεωρώ πως δίνει και το στίγμα όλου του βιβλίου: «..Κάθε άρθρωση λόγου είναι προϊόν της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στους συνομιλητές και προϊόν του ευρύτερου πλαισίου και της συνολικής σύνθετης κοινωνικής κατάστασης μέσα στην οποία αναδύεται αυτή η άρθρωση λόγου».